Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

SEASON'S SONGS

Συνηθίζεται ,τα τελευταία είκοσι τουλάχιστον χρόνια ,κάθε καλλιτέχνης που σέβεται το όνομα που έχει δημιουργήσει στην πιάτσα, ικανοποιώντας παράλληλα την ανάγκη του για τη λεγόμενη ,"αρπαχτή", να κυκλοφορεί ένα χριστουγεννιάτικο δίσκο.
Εδώ λοιπόν από αυτή τη στήλη δημοσιεύσεων ,θα παρουσιάσω ένα άλμπουμ που κυκλοφόρησε τότε που η τάση αυτή δεν ήταν ούτε μόδα , ούτε αναγκαιότητα.
Οι μουσικοκριτικοί το θεωρούν ανάμεσα στα κορυφαία ,αν όχι το κορυφαίο που έχει να επιδείξει η παγκόσμια δισκογραφία της ροκ μουσικής.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που το άλμπουμ του ιδίου συγκροτήματος ,το pet sounds φιγουράρει μέσα στα πενήντα καλύτερα όλων των εποχών.
Beach boys λοιπόν και καλή χρονιά !

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΑ 3 Άλλα προσφυγικά ρεύματα

Ένας τίτλος που ωθεί το μαθητή να σκεφτεί απαξιωτικά για το περιεχόμενο της συγκεκριμένης ενότητας.
Σκέφτεται ,"τι σημαίνει άλλα ;" .Μήπως ,άνευ σημασίας ;
Εδώ ακριβώς κρύβεται και μία πιθανή ερώτηση των πανελλαδικών ,εκεί ακριβώς που οι υποψήφιοι δημιουργούν την ψευδαίσθηση πως τα πράγματα δεν είναι σημαντικά.
Πάμε στο προσφυγικό που προκαλεί η διαμάχη με τη Βουλγαρία λοιπόν.
Δείτε πως βλέπουν οι Βούλγαροι τη συνθήκη του Νειγύ.
Πριν 90 χρόνια, και συγκεκριμένα στις 27 Νοεμβρίου του 1919, στην κωμόπολη Νεϊγύ (Neuilly), προάστιο του Παρισιού, υπογράφτηκε συνθήκη ειρήνης που επίσημα έθεσε το τέλος της βουλγαρικής συμμετοχής στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η χώρα μας συμμετέχει στον πόλεμο με τον σκοπό να ενώσει όλα τα εδάφη με βουλγαρικό πληθυσμό. «Δυστυχώς ο βασιλιάς Φερδινάνδος και ο πρωθυπουργός Βασίλ Ραντοσλάβοφ είχαν συμμαχήσει με τη λάθος συμμαχία – τις Κεντρικές Δυνάμεις, λέει σε συνέντευξη για την Βουλγαρική Ραδιοφωνία ο ακαδημαϊκός Γκεόργκι Μάρκοφ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ιστορίας στην Βουλγαρική Ακαδημία Επιστημών. Η Γερμανία και η Αυστροουγγαρία προτείνουν στην Βουλγαρία άνευ όρων επιστροφή των εδαφών που η χώρα μας έχασε συνεπεία του Β’ Βαλκανικού Πολέμου το 1913, ενώ η Αντάντα, στο πρόσωπο της Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας προτείνουν μόνο ορισμένα εδάφη στην Μακεδονία και την Ανατολική Θράκη σε περίπτωση που η Βουλγαρία κηρύξει πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επί τρία χρόνια ο βουλγαρικός στρατός μάχεται σε τρία μέτωπα, γνωρίζει τεράστιες απώλειες, κερδίζει μάχες. Με την ήττα της Γερμανίας όμως στο Δυτικό μέτωπο και την συνθηκολόγηση που ακολούθησε, οι βουλγαρικές επιχειρήσεις στο Βαλκανικό μέτωπο πλέον χάνουν την σημασία τους».

Τι προβλέπουν οι ρήτρες της Συνθήκης του Νεϊγύ;
«Με τη συνθήκη αυτή, απαντάει ο ακαδημαϊκός Μάρκοφ, που από την βουλγαρική ιστοριογραφία έχει χαρακτηριστεί ως η δεύτερη εθνική καταστροφή, η Βουλγαρία υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει την εκχώρηση υπέρ της Σερβίας, των περιοχών Τσάριμπροντ, Τιμόκ, Τριν και Μποσίλεγκραντ που ναι μεν ήταν μεθοριακές μικρές εδαφικές λωρίδες σε έκταση, πλην όμως σημαντικές από στρατηγική άποψη.
Υποχρεώθηκε επίσης την παραιτηθεί υπέρ των «Προεχουσών της ειρηνευτικής Διάσκεψης Δυνάμεων» όλων των κυριαρχικών της δικαιωμάτων επί της μεσημβρινής δυτικής Θράκης και με την υποχρέωση ν’ αναγνωρίσει εκ των προτέρων τις μεταγενέστερες αποφάσεις των Δυνάμεων περί αυτής. Η παραίτηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την μετέπειτα παραχώρηση των εδαφών αυτών στην Ελλάδα με την Συνθήκη των Σεβρών ένα χρόνο μετά, και τον αποκλεισμό της βουλγαρικής εξόδου στο Αιγαίο πέλαγος. Με την συνθήκη επίσης τα ρουμανοβουλγαρικά σύνορα επαναφέρονται στη γραμμή που όριζε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913). Δηλαδή η Βουλγαρία αναγκάστηκε να εκχωρήσει την Δοβρουτσά, τον σιταρότοπό μας, στη Ρουμανία. Στη χώρα μας επιβάλλονται επίσης σκληρές χρηματικές αποζημιώσεις στους συμμάχους ύψους 2.250.000.000 χρυσών φράγκων (ένα τεράστιο για την εποχή εκείνη και τις οικονομικές δυνατότητες της Βουλγαρίας ποσό). Οι στρατιωτικές ρήτρες της συνθήκης επιβάλλουν στη χώρα μας να περιορίσει το στρατό της σε 20.000 μόνο εθελοντές άνδρες και 13.000 για τα σώματα ασφαλείας. Η κατακραυγή για την ήττα και την επαίσχυντη για τους Βουλγάρους συνθήκη οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης (είχε προηγηθεί η παραίτηση του βασιλιά Φερδινάνδου υπέρ του γιου του Μπορίς) και στο ξέσπασμα κοινωνικών ταραχών. Και το βασικότερο, σβήνουν οι ελπίδες των προγόνων μας ότι μόνοι τους μπορούν να λύσουν το εθνικό τους ζήτημα».

Ποια περιθώρια είχε η χώρα μας για την υπεράσπιση των εθνικών της συμφερόντων σε σύγκριση με τα άλλα ηττημένα κράτη;
«Η πρώτη συνθήκη ειρήνης υπογράφεται με την Γερμανία και σε μεγάλο βαθμό χρησιμεύσει ως υπόδειγμα όλων των μεταγενέστερων συνθηκών με τα υπόλοιπα ηττημένα κράτη – Βουλγαρία, Αυστρία, Ουγγαρία, Τουρκία. Ο πρόεδρος της ειρηνευτικής Διάσκεψης του Παρισιού, Γάλλος πρωθυπουργός Ζορζ Κλεμανσό, επιμένει ότι οι ηττημένοι πρέπει να πληρώσουν. Εννοεί όμως ότι οι ηττημένοι λαοί πρέπει να πληρώσουν τα σφάλματα των κυβερνήσεών τους. Οι σκληροί όροι που επιβλήθηκαν στη Γερμανία και τα άλλα ηττημένα κράτη είναι το βασικό λάθος της διάσκεψης, επειδή δεν τιμωρούνται οι κυβερνήτες που ενέπλεξαν τους λαούς στον πόλεμο, αλλά απεναντίας – τιμωρούνται οι απλοί πολίτες, ολόκληροι λαοί, που δεν έχουν την δυνατότητα να εκφράσουν ελεύθερα την γνώμη τους για τους όρους που τους επιβάλλουν».

Ήταν άραγε δυνατόν μέσα στη χώρα μας να διαμορφωθεί μια ενιαία πολιτική, που αφορά την συνθήκη και αν είχε το γεγονός αυτό κάποια σημασία στις διαπραγματεύσεις;
«Πρώτη φορά στην Βουλγαρία η καταστροφή οδήγησε τα πολιτικά κόμματα σε ευρύτατο συνασπισμό, στον οποίο συμμετέχουν δημοκράτες, ριζοσπάστες, σοσιαλιστές, εκπρόσωποι της Αγροτικής Λαϊκής Ένωσης και του Λαϊκού Κόμματος – δηλαδή τα βασικά κόμματα στην πολιτική μας σκηνή τότε, χωρίς βέβαια εκείνα που τάχθηκαν υπέρ της συμμαχίας με την Γερμανία, όπως λ.χ. το Φιλελεύθερο Κόμμα. Προσπαθούν να σώσουν ό,τι έχει απομείνει. Αρχικά πρωθυπουργός ήταν ο Τεόντορ Τεόντοροφ από το Λαϊκό Κόμμα ο οποίος στην ομιλία του στην ειρηνευτική διάσκεψη του Παρισιού έριξε τις ευθύνες στον τέως βασιλιά Φερδινάνδο και τον πρωθυπουργό του Βασίλ Ραντοσλάβοφ. Παράλληλα ο Φερδινάνδος ήδη εγκατέλειψε τη χώρα, ο Βασίλ Ραντοσλάβοφ τον ακολούθησε στην Γερμανία. Τα πρώην μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου συλλαμβάνονται και ο Τεόντοροφ υπόσχεται ότι θα καταδικαστούν, ως υπεύθυνοι για την συμμαχία της χώρας μας με την Γερμανία. Η φωνή του όμως δεν εισακούστηκε. Μετά τον Τεόντοροφ πρωθυπουργός εκλέγεται ο Αλεξάντερ Σταμπολίσκι ο οποίος κερδίζει τις εκλογές της 6ης Οκτωβρίου του 1919. Και ο Σταμπολίσκι που εφαρμόζει μια συνεπή πολιτική κατά της εμπλοκής της Βουλγαρίας στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας και εξαιτίας της αδιάλλακτης στάσης του οδηγήθηκε στην φυλακή, έπρεπε να υπογράψει την Συνθήκη του Νεϊγύ, με την ελπίδα για μια ειρηνική επιθεώρηση των σκληρών ρητρών της συνθήκης».

Είναι αλήθεια ότι έσπασε την πέννα με την οποία υπέγραψε την συνθήκη;
«Είναι ένας θρύλος. Η αλήθεια είναι ότι ο γραμματέας της διάσκεψης τους προτείνει να κρατήσει την πέννα ως ενθύμιο της υπογραφής• ο Σταμπολίσκι όμως την πετάει ελαφριά στην άκρη, λέοντας: «Καλό ενθύμιο, δεν το χρειάζομαι, ευχαριστώ, κρατήστε την». Και έτσι εκφράζει την απογοήτευσή του για την υπογραφή της συνθήκης.

Ποιος είναι ο ρόλος της Συνθήκης του Νεϊγύ για την περαιτέρω ανάπτυξη των διμερών σχέσεων της Βουλγαρίας με τα γειτονικά κράτη;
«Δυστυχώς η Συνθήκη του Νεϊγύ επισφραγίζει τον λόγο ότι στα Βαλκάνια μυρίζει μπαρούτι. Την φήμη τους ότι αποτελούν βαρέλι με μπαρούτι τα Βαλκάνια απέκτησαν με τους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913). Έκτοτε στο διεθνές πολιτικό λεξιλόγιο υιοθετήθηκε ο όρος «βαλκανιοποίηση» που σημαίνει πολιτική τεμαχισμού μιας χώρας ή αυτοκρατορίας σε μικρότερα και συνήθως εχθρικά μεταξύ τους κράτη. Η Συνθήκη του Νεϊγύ εμβαθύνει ακόμα περισσότερο τις διαφορές μεταξύ των κρατών. Οι Βούλγαροι στην Μακεδονία συνεχίζουν την ένοπλη μάχη τους, μέσω της Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης του Τόντορ Αλεξάντροφ, διενεργούν δολοφονικές απόπειρες, τα σύνορα με τη δυτική μας γείτονα είναι σαν πεδίο μάχης. Επί μήνες παραμένουν κλειστά. Οι καλές σχέσεις μας με την Ρουμανία πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους οξύνθηκαν, εξαιτίας της Νότιας Δοβρουτσάς. Με την Ελλάδα επίσης υπήρξε συμπλοκή το 1925, όταν ο ελληνικός στρατός καταλαμβάνει το Πετρίτσι, κυνηγώντας τους Βουλγάρους επαναστάτες. Μόνο με την Τουρκία που είναι το ίδιο ηττημένη χώρα οι σχέσεις ομαλοποιούνται. Με τον τρόπο αυτό οι Μεγάλες Δυνάμεις συνεχίζουν την πολιτική της βαλκανιοποίησης, της διαίρεσης δηλαδή των Βαλκανίων, επιλέγοντας κάθε μια ένα από τα μικρότερα βαλκανικά κράτη να το προστατεύει και να έχει ως σύμμαχο έναντι των άλλων ή ακόμα να επωφελείται από τις τάσεις του απέναντι στα γειτονικά κράτη».


Ας δούμε τώρα και την Ελληνική πλευρά ,πως τα λέει.

Η Συνθήκη του Νεϊγύ υπογράφηκε στις 27 Νοεμβρίου 1919 στην κωμόπολη Νεϊγύ επί του Σηκουάνα (Neuilly sur Seine) μεταξύ της Βουλγαρίας και των νικητριών δυνάμεων του Α' Παγκοσμίου πολέμου, και συγκεκριμένα με τις Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ και Ιταλία ως "Προέχουσες Δυνάμεις", και με τη συμμετοχή των Βέλγιο, Κίνα, Κούβα, Ελλάδα, Χετζάτζ (μεταγενέστερα Σαουδική Αραβία), Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία, Ταϋλάνδη και Τσεχοσλοβακία, ως συμμάχων και συμβαλλομένων δυνάμεων των πρώτων.
Με τη συνθήκη αυτή, που από τη βουλγαρική ιστοριογραφία έχει χαρακτηριστεί ως η δεύτερη εθνική καταστροφή, η Βουλγαρία υποχρεώθηκε στα ακόλουθα:
Την παραίτησή της υπέρ των "Προεχουσών Δυνάμεων" όλων των κυριαρχικών της δικαιωμάτων επί της μεσημβρινής δυτικής Θράκης και με την υποχρέωση ν΄ αναγνωρίσει εκ των προτέρων τις μεταγενέστερες αποφάσεις των Δυνάμεων περί αυτής. (Σημειώνεται ότι η παραίτηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την μετέπειτα παραχώρηση των εδαφών αυτών στην Ελλάδα με την Συνθήκη των Σεβρών ένα χρόνο μετά, και τον αποκλεισμό της βουλγαρικής εξόδου στο Αιγαίο πέλαγος).
Την επαναφορά των Ρουμανοβουλγαρικών συνόρων στη γραμμή που όριζε η Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913). Δηλαδή την εκχώρηση της Δοβρουτσάς στη Ρουμανία.
Να αναγνωρίσει την κρατική υπόσταση της Σερβίας, στην οποία εκχώρησε την περιοχή Στρώμνιτσα μέχρι τον Δούναβη καθώς και τις περιοχές Τσάριμπροντ, Τιμόκ, Τριν και Μποσίλεγκραντ που ναι μεν ήταν μεθοριακές μικρές εδαφικές λωρίδες σε έκταση πλην όμως σημαντικές από στρατηγική άποψη.
Να προστατεύσει τις ξένες μειονότητες που διαβιούν στη Βουλγαρία μεταξύ των οποίων και της ελληνικής.
Να περιορίσει το στρατό της σε 20.000 μόνο εθελοντές άνδρες και 13.000 για τα σώματα ασφαλείας.
Να καταβάλει πολεμική αποζημίωση στους συμμάχους ύψους 2.250.000.000 χρυσών φράγκων (περίπου 400.000.000 δολαρίων) πληρωτέων σε εξαμηνιαίες δόσεις εντός 37 ετών με τόκο 2% μέχρι το 1920 και 5% στη συνέχεια.
Επίσης οι σύμμαχοι ανέλαβαν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν στην Βουλγαρία την οικονομική της διέξοδο στο Αιγαίο με το άρθρο 48 της συνθήκης που άφηνε ανοικτές, για μελλοντική ρύθμιση, τις λεπτομέρειες της εφαρμογής της διάταξης αυτής.
Η κατακραυγή για την ήττα και την επαίσχυντη για τους Βουλγάρους συνθήκη οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης (είχε προηγηθεί η παραίτηση του Βασιλιά Φερδινάνδου υπέρ του γιου του Μπόρις Γ') και στο ξέσπασμα κοινωνικών ταραχών.

Ταυτόχρονα με την κύρια συνθήκη η Βουλγαρία υπόγραψε ειδική συνθήκη με την Ελλάδα περί εθελουσίας αμοιβαίας μετανάστευσης των εκατέρωθεν μειονοτήτων εκ της οποίας και ακολούθησε εθελουσία ανταλλαγή πληθυσμών. Σημειώνεται όμως ότι η Ελλάδα συμμετείχε στον πόλεμο, στο τέλος του 1917, χωρίς όμως προηγουμένως να έχει συνάψει συμφωνία με τους Συμμάχους για τα οφέλη που θα αποκόμιζε από την πολεμική της συμβολή. Έτσι ο τότε Έλληνας Πρωθυπουργός Ε. Βενιζέλος που συμμετείχε στη υπογραφή της συνθήκης αυτής αρκέσθηκε στην ελεύθερη αυτοδιάθεση των λαών και την κύρια προβολή των ελληνικών αξιώσεων σε μελλοντική καταλληλότερη στιγμή.
Οι ελληνικές διεκδικήσεις περιλαμβάνονταν στο από 30 Δεκεμβρίου 1918 Υπόμνημα το οποίο και εξέθεσε με μεγάλη επιδεξιότητα ο Ε. Βενιζέλος ενώπιον του "Συμβουλίου των Δέκα" στις 3 Φεβρουαρίου 1919 το οποίο και βρήκε ευμενή απήχηση με εξαίρεση του Αμερικανούς και κυρίως αντίθετους του Ιταλούς. Γνωρίζοντας έτσι ο Βενιζέλος εκ των προτέρων την στάση αυτών στο σημείο βοήθειας των συμμάχων προς την Βουλγαρία για την έξοδο στο Αιγαίο λαμβάνοντας τον λόγο ζήτησε την εφαρμογή της αρχής των Εθνοτήτων της Θράκης της οποίας το δυτικό τμήμα έπρεπε να παραχωρηθεί στην Ελλάδα τονίζοντας μεταξύ άλλων:
"Αναμφιβόλως τούτο θα είχε ως αναπόφευκτον συνέπειαν την απώλειαν της διεξόδου εις το Αιγαίον αλλά είμαι έτοιμος να συστήσω λύσιν προς αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών της Βουλγαρίας, καίτοι αυτή διαθέτει θαυμάσιους λιμένες εις την Μαύρην Θάλασσαν..." και συνέχισε "κάθε παραχώρηση κι αν εγίνετο θα ήταν ανωφελής εφόσον η Βουλγαρία δεν θα ησύχαζε μέχρις ότου αποκτήση ολόκληρον την Βαλκανικήν, αξιούσα πλήρη ηγεμονίαν εφ΄ όλης της Χερσονήσου και κατά συνέπειαν, επωφελούμενης πάσης ευκαιρίας δια να ικανοποιήση τις φιλοδοξίες της. Η Βουλγαρία αντιπροσωπεύει εις τα Βαλκάνια ότι η Πρωσσία εις την Κεντρικήν Ευρώπην, πάντοτε δε θα επιχειρή να επιβάλη τον μιλιταρισμόν της επί των Βαλκανίων, όπως επεχείρησε να πράξη η Πρωσσία εις την Δυτικήν Ευρώπην".
Επίσης δεν εκπληρώθηκαν από την Βουλγαρία άλλες προς την Ελλάδα υποχρεώσεις που αφορούσαν αποφάσεις του Ελληνοβουλγαρικού Μεικτού Διαιτητικού Δικαστηρίου των Παρισίων και του διαιτητού Γουώριν για προσγενόμενες ζημίες σε Έλληνες υπηκόους κατά το διάστημα της ουδετερότητας της Ελλάδος (11 Οκτωβρίου 1915 μέχρι 27 Ιουνίου 1917)
Βέβαια εκτός της Ελλάδος και η Οθωμανική Αυτοκρατορία διεκδικούσε τη δυτική Θράκη με την από 17 Ιουνίου 1919 έκθεση, το Υπόμνημα της οποίας υποβλήθηκε ακόμη αργότερα στο Συμβούλιο των Δέκα (περίπου 6 μήνες αργότερα από την υποβολή του ελληνικού) το οποίο και απορρίφθηκε από το Συμβούλιο στις 25 Ιουνίου 1919 περιορίζοντας έτσι την μονομαχία διεκδίκησης μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας.
Επισημαίνεται ακόμη ότι από τη Συνθήκη του Μούδρου (30 Οκτωβρίου 1918) μέχρι τη συνομολόγηση της παρούσας Συνθήκης είχαν μεσολαβήσει οι ακόλουθες κατά χρονολογική σειρά Συνθήκες:
Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων (Μάιος 1919)
Η μυστική Συμφωνία Βενιζέλου - Τιττόνι (29 Ιουλίου 1919)
Τα νεοτουρκικά "Εθνικά Συνέδρια" του Ερζερούμ (Ιούλιος 1919) και της Σεβαστείας (Σεπτέμβριος 1919) του Κεμάλ Ατατούρκ που αφορούσαν το νεοτουρκικό εθνικό κίνημα. Και τέλος,
Η Συνθήκη Αγίου Γερμανού αν Λάιγ, 10 Σεπτεμβρίου 1919)

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΑ 3 Ο διωγμός του 1914 (Ο πρώτος διωγμός)

Μπαίνουμε λοιπόν στο προσφυγικό με το διωγμό του 1914 ,έναν διωγμό που ο περισσότερος κόσμος αγνοεί και για τον οποίον η Διδώ Σωτηρίου έγραψε τα "Ματωμένα χώματα" ,(για την ακρίβεια ξεκίνησε από αυτόν το διωγμό και εν συνεχεία προχώρησε σε αυτόν του 1922).


Ας δούμε λοιπόν αρχικά τους Έλληνες στη Μικρά Ασία.
Η καταγωγή των λαών της Μικράς Ασίας ήτανε βασικά από τους αρχαιότατους λαούς που κατοικούσανε σ’ αυτήν την χώρα. Βιθυνοί, Γαλάτες, Χιττίτες, Λύδοι, Κάρες, Ίωνες, Μυδοί, Κίλικες, Καππαδόκες, Λυκάονες, Πόντιοι, αυτοί ήτανε οι κάτοικοι της Μικράς Ασίας τα παλαιά χρόνια.
Θα είχε κάθε λαός απ’ αυτούς τη γλώσσα του και την τοπική θρησκεία του. Δεχτήκανε την επίδραση του ελληνισμού από τα Ελληνιστικά κράτη των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και από τις Ελληνικές αποικίες των παραλίων της Μικράς Ασίας, οι οποίες ήτανε εμπορεία χωρίς να επεκτείνονται οι επικράτειές των στο εσωτερικό της χώρας. Αλλά και ιθαγενείς κατοικούσανε μέσα σε ελληνικές πολιτείες, οι οποίες κι αυτές με τη σειρά τους δεχτήκανε τα ήθη και τα έθιμα των ντόπιων. Πόλεις σαν τη Μίλητο, την Έφεσο, την Αλεξάνδρεια είχανε διεθνιστικό χαρακτήρα. Το ένα τρίτο το πληθυσμού της αρχαίας Αλεξανδρείας ήτανε Εβραίοι κι αυτό δείχνει το μέτρο της ανάμιξης των λαών της Ανατολής. Όταν επικράτησεν ο Χριστιανισμός στη Μικρά Ασία οι κάτοικοί της, ίσως όχι όλοι, αλλάξανε τις παλαιές θρησκείες τους με τον Χριστιανισμό, χωρίς αυτό να αλλοιώση και την φυλετική τους υπόσταση. Όταν οι Σελτζούκοι Τούρκοι μπήκανε στη Μικρά Ασία ήρθανε σαν στρατός και πήρανε γυναίκες ντόπιες Χριστιανές. Το ίδιο γίνηκε όταν ήρθανε οι Οθωμανοί Τούρκοι τον 13ο αιώνα. Αυτοί μάλιστα ήτανε μερικές χιλιάδες καβαλλάρηδες κι εγκατασταθήκανε για πρώτη φορά στα μέρη του Μπιλέτζικ, τα βυζαντινά Βηλέκωμα. Και οι Χριστιανοί εντόπιοι γινόντουστε Μουσουλμάνοι, είτε με τη βία, είτε με επιμιξίες, είτε θεληματικά για να είναι με την τάξη των αφεντάδων, να κρατήσουνε τις περιουσίες των και να μην ξεπέσουνε στην τάξη των δούλων και των ραγιάδων. Μουσουλμάνοι ακόμα γινήκανε από τις βασιλικές οικογένειες των Παλαιολόγων και των Κομνηνών της Τραπεζούντας. Το παιδομάζωμα δεν ήτανε και τόσο ανεπιθύμητο στις οικογένειες που είχανε πολλά παιδιά. Μερικά απ’ αυτά παίρνανε μεγάλες θέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία κι επειδή τα μαζεύανε αρκετά μεγάλα, είχανε συνείδηση της καταγωγής τους και βοηθάγανε τις οικογένειές τους και τον τόπο τους. Άλλως τε τη μηχανή του παιδομαζώματος την εφεύρανε οι Βυζαντινοί. Μαζεύανε τουρκόπαιδα για το στρατό τους και τα λέγανε Τουρκόπουλους.
Οι φυλετικές ομάδες των διαφόρων απεράντων επαρχιών της Μικράς Ασίας είχανε όλες τα ίδια χαρακτηριστικά, είτε Τούρκοι τις αποτελούσανε, είτε Χριστιανοί. Λαζοί, Τούρκοι και Χριστιανοί, ήτανε ίδιοι, το ίδιο κι οι Καραμανλήδες. Kι έτσι μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως οι σημερινοί Τούρκοι της Μικράς Ασίας κατάγονται κατά μεγάλο μέρος από τους παλαιούς Χριστιανούς κατοίκους της, οι οποίοι βέβαια δεν ήτανε Έλληνες όλοι.
Οι Τουρκοκρητικοί ήτανε οι περισσότεροι ελληνικής καταγωγής, ήτανε έξυπνοι και παίρνανε μεγάλες θέσεις στην Οθωμανικήν Αυτοκρατορία. Πολλοί είχανε συγγενείς με τους Ελληνοκρητικούς και λέγανε ακόμα και μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα γινόντουστε εξισλαμίσεις στην Κρήτη με υποσχέσεις και δελεασμούς από την Κυβέρνηση. Οι Τουρκοκρητικοί ήτανε φανατικοί μισέλληνες αν και ξαίρανε την καταγωγή τους. Αυτοί χτυπήσανε πρώτοι τον Ελληνικό Στρατό όταν μπήκε στη Σμύρνη από μέσα από τις βάρκες τους, γιατί ήτανε βαρκάρηδες μέσα στο λιμάνι.

Όσο για την εθνική αφύπνιση των Τούρκων ,πρέπει πρώτα να δούμε τι σημαίνει Τούρκος

Οι τούρκοι ως ομάδα πληθυσμού με μια εθνική ταυτότητα εμφανίστηκαν, συγκρινόμενοι με τα άλλα βαλκανικά έθνη, με σχετική καθυστέρηση. Μέχρι σχεδόν τον 20ο αιώνα ο όρος «τούρκος» δεν χρησιμοποιούνταν από τους τουρκόφωνους μουσουλμάνους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας παρά μόνο σαν υποτιμητικός χαρακτηρισμός.
Ο όρος «Τουρκία» πρωτοεμφανίστηκε το 1190 μ.Χ. στα δυτικά έγγραφα και θα χαρακτηρίσει επίσημα τη χώρα μόνο μετά το 1923. Οι τουρκόφωνοι και οι άλλοι λαοί του οθωμανικού κράτους επέλεγαν μια σειρά από θρησκευτικές, φυλετικές,νομαδικές, εθνοτικές,γλωσσικές κ.α. ταυτότητες για να προσδιοριστούν.
Για πολλούς αιώνες η λέξη «Τούρκος» ή «Τουρκομάνος» δεν χρησιμοποιήθηκε παρά με την έννοια του αγράμματου και άξεστου μουσουλμάνου χωριάτη.
Η λέξη «τουρκικά» σήμαινε τη γλώσσα που μιλούσε ο απλός λαός αλλά ο όρος «Τούρκος», ακόμα και στο τέλος του 19ου αιώνα, δεν χρησιμοποιούνταν για να προσδιορίσει το λαό .
Ο γνωστός στη σημερινή Τουρκία εθνικός ήρωας και συγγραφέας Ναμίκ Κεμάλ στο επαναστατικό και εθνικό θεατρικό του έργο «Η πατρίδα ή η Σιλίστρα» κάνει λόγο για τον απλό χωριάτη, τον αποκαλεί «Τούρκο» και τον χαρακτηρίζει «απλοϊκό» και ανίδεο σαν το «βόδι που ζεύουμε στο άροτρο»: «[…] οι Τούρκοι που ντύνονται με χωριάτικες κάπες, εκείνοι οι χωριάτες με τη γλυκιά λαλιά και το ήπιο πρόσωπο, εκείνοι οι κακόμοιροι, τους οποίους δεν θέλουμε να δούμε διαφορετικούς από τα βόδια που ζεύουμε στο άροτρο… ».

Ένας συνεργάτης του Ατατούρκ και γνωστός συγγραφέας, ο Γ.Κ. Καραοσμάνογλου, αφηγείται στο μυθιστόρημά του «ο Ξένος» -που εξέδωσε το 1932-ότι οι αγρότες που συνάντησε το 1921 στη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου στη Μικρά Ασία δήλωναν «μουσουλμάνοι» και ότι σαν «Τούρκους» ήξεραν μόνο κάποιους νομάδες στις γειτονικές πεδιάδες, εννοώντας τους «Τουρκομάνους» (Türkmen) .
Ο Ν. Κεμάλ το 1872, αλλά και μέχρι το θάνατό του το 1888, θα κάνει λόγο για «Οθωμανούς» και δεν θα παρατηρήσει τίποτα το επιλήψιμο στην υποτιμητική έννοια του «Τούρκου».

Ο Αϊντεμήρ στα απομνημονεύματά του, γράφει: "εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε τίποτα το κοινό μεταξύ του λαού και των διανοουμένων οι οποίοι είχαν αναδειχτεί μέσα από το λαό… Οι φαντάροι με την λέξη Τούρκος εννοούσαν τους Κιζιλμπάσιδες (Kızılbaş: μια σιιτική αίρεση), δεν ήξεραν τι ακριβώς σήμαινε η λέξη Τούρκος αλλά καταλάβαιναν ότι ήταν κάτι το κακό" .
Λίγα όμως χρόνια μετά, η θέση και ο ρόλος των διανοούμενων αλλάζει.

Ας δούμε τώρα την έναρξη των διωγμών.
Ο «διωγμός» των ελλήνων στην Ανατολική Θράκη από το Οθωμανικό Κράτος ξεκίνησε το 1913, συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και αποτελεί ένα από τα πρώτα επεισόδια των γενικευμένων «διωγμών» των ελλήνων του δυτικού τμήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτοί οι «διωγμοί», εκτός από την Ανατολική Θράκη, περιέλαβαν και μεγάλο μέρος της Δυτικής Μικράς Ασίας.


Περισσότερο γνωστοί ίσως είναι οι «διωγμοί» στο Αϊβαλί, στη Πέργαμο, στην Μπάλια, στα μικρασιατικά παράλια της Προποντίδας και των Δαρδανελίων, στις Φώκαιες, στον Τσεσμέ κλπ. Οι δολοφονίες, οι βιαιοπραγίες, το πλιάτσικο και ο «διωγμός» κατά των ελλήνων στη Φώκαια, που έγιναν τον Ιούνιο του 1914, πήραν μεγαλύτερη δημοσιότητα χάρη στον Sartiaux, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας, απαθανάτισε τα γεγονότα με τη φωτογραφική μηχανή και είχε το σθένος να τα κάνει αμέσως ευρύτερα γνωστά, ξεσηκώνοντας διαμαρτυρίες στην Ευρώπη.

Πρόσφατα παρουσιάστηκε Λεύκωμα με φωτογραφίες του Sartiaux και άλλα ντοκουμέντα από το «διωγμό» της Φώκαιας που επιμελήθηκε ο κ. Γιακουμής. Επίσης, στο βιβλίο της κ. Ελένης Χατζούδη-Τούντα «Η Ηλιοστάλακτη από το Γιαλί-Τσιφλίκ της Βιθυνίας», αναφέρεται ο «διωγμός» του 1914 των ελλήνων στα μικρασιατικά παράλια της Προποντίδας. Υπάρχουν πολλά λογοτεχνικά βιβλία και δημοσιεύματα προσωπικών μαρτυριών που αναφέρονται στους «διωγμούς» του 1914. Σε πολλά οι «διωγμοί» καταγράφονται σαν μεμονωμένα περιστατικά. Και είναι λογικό να αντιμετωπίζονται έτσι από πρόσωπα που δεν είχαν τη γνώση συνολικών και γενικότερων πληροφοριών. Όμως, φορείς και πρόσωπα που είχαν συνολικότερη γνώση, όπως το Πατριαρχείο, στο οποίο έφθαναν τα δυσάρεστα μηνύματα από πλήθος Κοινοτήτων, οι προξενικές αρχές και το Ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών, καθώς και οι έλληνες βουλευτές στην Οθωμανική Βουλή, είχαν διαμορφώσει από τότε την πεποίθηση ότι επρόκειτο για οργανωμένο και συστηματικά εφαρμοζόμενο σχέδιο αφανισμού του ελληνικού στοιχείου από την Οθωμανική Επικράτεια. Αυτή η πεποίθηση αποτυπώνεται εκείνη την εποχή στην απόφαση του Πατριαρχείου να κηρύξει την Εκκλησία σε «διωγμό», σε αγορεύσεις ελλήνων βουλευτών στην Οθωμανική Βουλή κλπ. Επίσης, έχει καταγραφεί σε βιβλία που τυπώθηκαν ελάχιστα χρόνια αργότερα, όπως η «Μαύρη Βίβλος» του Πατριαρχείου (1919) και το βιβλίο του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη τότε βουλευτή Σμύρνης στην Οθωμανική Βουλή «Τα τελευταία έτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», που τυπώθηκε το 1924, η πρόσφατη ανατύπωσή του οποίου έγινε από τον Νέο Κύκλο Κωνσταντινουπολιτών και παρουσιάστηκε πρόσφατα.

Σήμερα νέα τεκμήρια ενισχύουν την άποψη ότι αυτοί οι «διωγμοί» αποτελούν μέρος γενικότερου σχεδίου κατά των χριστιανικών εθνοτήτων της συρρικνωμένης, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και μετά τις κατακτήσεις της Ρωσίας στον Καύκασο, Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το σχέδιο συντάχθηκε από τους Νεότουρκους και, με την ένταξη αυτών στις δομές του Οθωμανικού Κράτους, άρχισε να εφαρμόζεται μεθοδικά ενώ επιδιωκόταν να συγκαλύπτεται ότι επρόκειτο για συνολικό σχέδιο. Σχετικές είναι οι διαλέξεις του κ. Αγτζίδη και του κ. Ουζούνογλου, προέδρου της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κωνσταντινουπολιτών, που δόθηκαν πρόσφατα .

Η Ανατολική Θράκη είχε αποτελέσει θέατρο έντονων και επαναλαμβανόμενων πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ τούρκων και βουλγάρων πριν από το 1913 με θύματα τον πληθυσμό της περιοχής, όπου το ελληνικό στοιχείο υπερτερούσε. Παράλληλα, η Ανατολική Θράκη αποτέλεσε πύλη εισόδου μουσουλμάνων προσφύγων προς την Οθωμανική Επικράτεια από τα Βαλκάνια, τα οποία είχαν πλέον χαθεί για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτά τα δυο γεγονότα διαμόρφωσαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του «διωγμού» των ελλήνων στην Ανατολική Θράκη των ετών 1913-1918, διότι έδωσαν την ευκαιρία στους Νεότουρκους να εκμεταλλευτούν κατά των ελλήνων τη δυσαρέσκεια του ντόπιου μουσουλμανικού στοιχείου από τους διωγμούς των βουλγάρων και να στρατολογήσουν μουσουλμάνους πρόσφυγες στην εφαρμογή του σχεδίου τους. Έτσι, οι «διωγμοί» και η κατατρομοκράτηση του ελληνικού πληθυσμού πήρε ιδιαίτερα βίαιο χαρακτήρα. Κατά την περίοδο αυτή εκατοντάδες ελλήνων κατοίκων της Ανατολικής Θράκης εξοντώθηκαν, χιλιάδες εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και δεκάδες χιλιάδες διώχθηκαν ή υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή και να βρουν καταφύγιο στην Ελλάδα, κυρίως στη Μακεδονία που μόλις είχε ενσωματωθεί στην Ελληνική Επικράτεια.

Τέλος ας μιλήσουμε και για τα Τάγματα Εργασίας

Τα Τάγματα Εργασίας (Τουρκική: Amele Taburları, συχνά αναφερόμενα στην ελληνική βιβλιογραφία ως "αμελέ ταμπουρού") χρησιμοποιήθηκαν στη Μ. Ασία (Ανατολία) κατά τα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή στις περιοχές που ελέγχονταν από τους Νεότουρκους ή τις δυνάμεις του Κεμάλ Ατατούρκ, καθώς και από την Τουρκία στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου για να ετοιμάσουν ενδεχόμενη συμμετοχή της Τουρκίας σ' αυτόν. Στα τάγματα αυτά αναγκάζονταν να εργαστούν άνδρες μη μουσουλμάνοι σε βαρειές εργασίες υπό απάνθρωπες συνθήκες. Ήταν μία από τις μεθόδους εθνοκάθαρσης που χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους, αφού οι περισσότεροι εργάτες πέθαιναν.
Η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού και οικονομικών συμφερόντων σχετιζόμενων με την διείσδυση της Γερμανίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οδήγησε σε συστηματικές διώξεις κατά των Ελλήνων και άλλων μειονοτήτων από το 1913 μέχρι την Μικρασιατική Εκστρατεία. Μεταξύ των άλλων μεθόδων χρησιμοποιήθηκε η καταναγκαστική εργασία. Κυρίως Έλληνες, Αρμένιοι και Εβραίοι υποχρεώνονταν να εκτελούν βαρειές εργασίες στην οδοποιία, τα ορυχεία, τους αγρούς κλπ στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας . Εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του 1918 περίπου 250.000 Έλληνες είχαν χάσει τη ζωή τους σ' αυτά τα τάγματα.Έγγραφο Γερμανών διπλωματών προς το Βερολίνο την 12-5-1918 αναφέρει ότι"μέχρι το τέλος του 1917 περισσότεροι από 200.000 Έλληνες είχαν καταταγεί, ηλικίας 15 έως 48 ετών. Πολλοί από αυτούς πέθαναν από την κακομεταχείριση, τις ασθένειες, την πείνα και το κρύο"
Οι γυναίκες, οι γέροντες και τα παιδιά που άφηναν πίσω τους οι άνδρες, υφίσταντο σεξουαλική βία, κάψιμο των σπιτιών κτλ. όπως αναφέρεται σε αυτοβιογραφία του Αντ. Γαβριηλίδη το 1924
Με την εργασία των Ελλήνων κατασκευάστηκε μεταξύ άλλων ο δρόμος από το Ερζερούμ μέχρι το Ulukishla.
Την εμπειρία του στα τάγματα εργασίας περιέγραψε ο Ηλίας Βενέζης που μαζί με άλλους 3.000 Αϊβαλιώτες υποχρεώθηκε να υπηρετήσει σ' αυτά για 14 μήνες από το 1922, σε ηλικία 18 ετών. Αυτός ήταν ο ένας από τους 23 συμπατριώτες του που επιβίωσαν. Το βιβλίο του "Το Νούμερο 31328 Το βιβλίο της σκλαβιάς" χωρίζεται σε είκοσι κεφάλαια, έκαστο το οποίων έχει για τίτλο έναν από τους θρήνους των Ψαλμών του Δαυίδ. Ο αριθμός του δόθηκε όταν συμφωνήθηκε η ανταλλαγή πληθυσμών.
Η εμπειρία ένός Εβραίου που κατετάγη σε τάγματα εργασίας δύο φορές, το 1919-1922 και πάλι στον Β' Π.Π., περιγράφεται σε βιβλίο της τούρκαλας ιστορικού Leyla Neyzi.


Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΑ 3 ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ 19ου και 20ου ΑΙΩΝΑ

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟ 19ο ΑΙΩΝΑ
Η αιτία που οδήγησε τους πληθυσμούς να εγκαταλείψουν τις εστίες τους ήταν τα γεγονότα που ακολούθησαν την έναρξη της Επανάστασης, και κυρίως τα αντίποινα από την πλευρά των Οθωμανών. Από φόβο για την προσωπική τους ασφάλεια, όπως αναφέρεται σε προξενική αναφορά της 3ης Μαΐου 1821 από τη Σμύρνη, σημαντικό μέρος του πληθυσμού επέλεξε τη φυγή. Το Αϊβαλί (Κυδωνίες) εγκαταλείφθηκε, ενώ από τη Σμύρνη έφυγε μεγάλο μέρος του ορθόδοξου πληθυσμού, γεγονός που είχε ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες στην εμπορική κίνηση της πόλης. Σύμφωνα με αρχεία του Υπουργείου Αστυνομίας, το 1825 βρίσκονταν στο Ναύπλιο Μικρασιάτες από το Αϊβαλί, τα Βουρλά, την Καισάρεια, τη Μαγνησία, το Μοσχονήσι, την Πέργαμο, τη Σμύρνη, τις Παλαιές και Νέες Φώκαιες. Η συντριπτική πλειοψηφία καταγόταν από τη Σμύρνη και το Αϊβαλί. Μαρτυρούνται επίσης μετακινήσεις πληθυσμών από το Κουσάντασι και χωριά της γύρω περιοχής, καθώς και από οικισμούς του εσωτερικού της Μικράς Ασίας ή από τα νότια παράλιά της, όπως η Άγκυρα, η Προύσα και η Αττάλεια.

Η εξέλιξη των πολεμικών γεγονότων έδωσε επίσης αφορμή για περιστασιακές αποδημίες. Κάτοικοι του Τσεσμέ κατευθύνθηκαν προς τις Κυκλάδες, κυρίως προς τη Σύρο, μετά την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη το 1822. Κάποιοι από αυτούς επέστρεψαν μετά το 1829.

Παρατηρήθηκε επίσης η αντίστροφη κίνηση, από περιοχές της κυρίως Ελλάδας προς τη Μικρά Ασία, δεν πήρε όμως μεγάλη έκταση. Πρόκειται κυρίως για Πελοποννήσιους που κατέφυγαν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας μετά την εισβολή του Ιμπραήμ. Προηγουμένως, κάτοικοι της Χίου είχαν περάσει στα Αλάτσατα, μετά την καταστολή της επανάστασης στο νησί.

Υποδοχή των προσφύγων και συμμετοχή στην επανάσταση

Σε πρώτη φάση πολλοί κατέφυγαν στη Σάμο και στα Ψαρά, από όπου αρκετοί μεταφέρθηκαν σε άλλα νησιά του Αιγαίου και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονταν για την υποδοχή των προσφύγων, οι συνθήκες που είχαν να αντιμετωπίσουν στην επαναστατημένη Ελλάδα δεν ήταν πάντα οι αναμενόμενες. Αυτό αποδεικνύεται από αναφορά του Υπουργείου Εσωτερικών της 8ης Μαΐου 1822 προς τον πρόεδρο του Εκτελεστικού, του σώματος που ασκούσε την εκτελεστική εξουσία στην επαναστατημένη Ελλάδα. Η αναφορά αφορά πρόσφυγες από το Αϊβαλί που είχαν καταφύγει στην Αίγινα. Σε αυτήν προτείνεται η απαλλαγή τους από οποιαδήποτε φορολογική υποχρέωση.

Παρόμοιες πληροφορίες υπάρχουν και για την αντιμετώπιση των προσφύγων στην περιοχή της βορειοδυτικής Πελοποννήσου.Στις συνθήκες που αντιμετώπισαν πρέπει να αποδοθεί και η κίνηση προσφύγων από το Αϊβαλί που είχαν εγκατασταθεί στη Σύρο και στη Μύκονο, οι οποίοι το 1823 έστειλαν αναφορές στο σουλτάνο ζητώντας να τους επιτρέψει να επιστρέψουν στην οθωμανική επικράτεια, με αποτέλεσμα να συλληφθούν από τον έπαρχο Μυκόνου και Σύρου.

Αρκετοί Μικρασιάτες έλαβαν ενεργό μέρος στην επανάσταση και συνέβαλαν σημαντικά στη συγκρότηση του πρώτου πυρήνα του τακτικού στρατού. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και έποικοι που είχαν έρθει στη Μικρά Ασία από την Πελοπόννησο.

3. Προσπάθειες για μόνιμη εγκατάσταση

Την 1η Μαΐου 1827 υποβλήθηκε στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση αναφορά 283 προσφύγων που κατάγονταν από τη Σμύρνη και είχαν συγκεντρωθεί στο Ναύπλιο και στην Αθήνα, με την οποία ζητούσαν να τους επιτραπεί η συμμετοχή στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης μέσω αντιπροσώπου. Ζητούσαν επίσης να τους επιτραπεί να ιδρύσουν οικισμό όπου θα συγκεντρώνονταν οι οικογένειες των Σμυρνιών προσφύγων. Με ψήφισμα της 5ης Μαΐου 1827 εγκρίθηκε μόνο το δεύτερο αίτημά τους. Ο οικισμός θα ιδρυόταν στην περιοχή του ισθμού της Κορίνθου. Επίσης, την 1η Μαΐου 1827 υποβλήθηκε στην Εθνοσυνέλευση πρόταση να επιτρέψει στους πρόσφυγες από το Αϊβαλί, αλλά και στους υπόλοιπους, οι πόλεις των οποίων είχαν καταστραφεί, να ιδρύσουν νέους οικισμούς και να εγκατασταθούν σε αυτούς. Η πρόταση έγινε δεκτή και την 5η Μαΐου 1827 εκδόθηκε σχετική διακήρυξη με την οποία προσκαλούνταν στη χώρα όλοι οι Έλληνες που κατοικούσαν εκτός Ελλάδος ώστε να συνεισφέρουν στην εθνική προσπάθεια. Σε όλους αυτούς παρεχόταν το δικαίωμα να χτίσουν ξεχωριστούς οικισμούς. Εκτός των άλλων, η απόφαση στόχευε και στην ανακοπή του ρεύματος επιστροφής των απογοητευμένων προσφύγων, κυρίως των προερχόμενων από το Αϊβαλί, στους τόπους καταγωγής τους.

Τελικά όμως και οι δύο κινήσεις, των Σμυρνιών και των Αϊβαλιωτών, απέτυχαν. Η άρνηση της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης στις 16 Ιουλίου 1829 να επιτρέψει τη συμμετοχή εκπροσώπου των Αϊβαλιωτών και των Μοσχονησιωτών, οι οποίοι προηγουμένως είχαν συγκροτήσει και κοινοτικό σώμα (δημογεροντία) με έδρα την Ερμούπολη, έδωσε νέα ώθηση στην τάση των συγκεκριμένων προσφύγων για επιστροφή στους τόπους καταγωγής τους, η οποία είχε εκδηλωθεί ήδη από το 1824.



Καταπληκτικό ντοκιμαντέρ γενικά για την επανάσταση του 1821

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Αυτή η εισαγωγή θα μπορούσε να μας δώσει συνδυασμό με τον πίνακα της σελίδας 146 καθότι μέσα από αυτό το κείμενο αιτιολογούνται οι μετακινήσεις πληθυσμών που παρουσιάζονται στον πίνακα.

Ας ξεκινήσουμε με την Ανατολική Ρωμυλία λοιπόν. Έχουμε 1906. Ο ελληνικός ένοπλος αγώνας στη Μακεδονία έχει επικρατήσει. Οι Βούλγαροι εξαπολύουν στη συνέχεια συμμορίες κατά Ελλήνων στην Ανατολική Ρωμυλία ενώ τον Ιούνιο επέδραμαν στη Φιλιππούπολη, Αγχίαλο και Βάρνα. Ακολουθούν σφαγές πυρπολήσεις και διωγμός Ελλήνων. Η Ελλάδα ξεκινά επίσημα, (πρώτη βαλκανική Χώρα), προγράμματα στρατιωτικού εξοπλισμού και εκπαίδευσης.
Πιο συγκεκριμένα όμως για την εν λόγω περιοχή, η ανατολική Ρωμυλία ή Βόρειος Θράκη ενσωματωμένη σήμερα στη Βουλγαρία, αποτελεί το Βόρειο τμήμα της μιας ενιαίας Θράκης όπως ήταν αυτή ορισμένη γεωγραφικά και όπως καθορίζεται στους διεθνείς χάρτες μέχρι σήμερα.
Η Ανατολική Ρωμυλία παραμένει αμιγώς Ελληνική κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, ακμάζει κατά την εποχή του Βυζαντίου ενώ παραμένει αναλλοίωτη κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας.
Κατά την εθνεγερσία του 1821, η συμμετοχή των Ανατολικορωμυλιωτών ήταν ευρύτατη. Ο Αντώνιος Κομιτζόπουλος από την Φιλιππούπολη ήταν ένας από τους οκτώ πρώτους Φιλικούς.
Η οικογένεια Κουμπάρη από την Μεσημβρία ανέπτυξε δραστηριότητα στις γραμμές της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό. Στον Ιερό Λόχο του Υψηλάντη συμμετείχαν Ανατολικορωμυλιώτες.
Ο Μητροπολίτης Αγχιάλου Ευγένιος Καραβίας απαγχονίστηκε στην Κων/λη μαζί με τον Γρηγόριο Ε’ και τους Μητροπολίτες Εφέσου και Νικομήδειας, το Πάσχα του 1821.
Στο συνέδριο του Βερολίνου (1876) η Ανατολική Ρωμυλία καθίσταται <<Αυτόνομη υπό την άμεση πολιτική και στρατιωτική εξουσία του Σουλτάνου>>. Ο κυβερνήτης θα είναι χριστιανός (όχι απαραίτητα Βούλγαρος) και θα εκλέγεται από την Πύλη με τη συγκατάθεση ων Μεγάλων Δυνάμεων.
Το 1885 οι Βούλγαροι με πραξικόπημα κηρύσσουν την ένωση της Ανατολικής Ρωμυλίας με την Βουλγαρία.
Από το 1885μέχρι και το 1906 ακολούθησαν φοβεροί διωγμοί και σφαγές των Ελλήνων. Τα δύσκολα χρόνια είχαν ως αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και να έρθουν ως πρόσφυγες στην απελευθερωμένη Ελλάδα.
Με την εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδος-Βουλγαρίας διαπιστώθηκε ότι σε όλες σχεδόν τις περιοχές της γειτονικής χώρας υπάρχουν Έλληνες οι οποίοι παρέμειναν εκεί και κατόρθωσαν παρά τις τεράστιες δυσκολίες να διατηρήσουν μέσα τους την ελληνική συνείδηση.
Όσο για το Κουτσοβλαχικό ζήτημα..Σημαντικό κομμάτι στην ιστορία των Βλάχων αποτελεί το κουτσοβλαχικό ζήτημα που δημιουργήθηκε από την αλυτρωτική πολιτική της Ρουμανίας, η οποία έδρασε με συστηματικό τρόπο και για πολλές δεκαετίες στους τόπους όπου κατοικούσαν Βλάχοι. Ήδη από το 1895, το ρουμανικό κόμμα στη Σαμαρίνα είχε πετύχει να εξασφαλίσει κοινοτικά δικαιώματα από τις επαρχιακές αρχές, παρά το γεγονός ότι οι Βλάχοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μόλις το 1905 αναγνωρίστηκαν ως ξεχωριστή εθνότητα από την Υψηλή Πύλη. Αναφέροντας ενδεικτικά, στα τέλη του 19ου αιώνα στη Σαμαρίνα υπερίσχυε το ελληνικό κόμμα, στην Αβδέλλα και στο Περιβόλι το βλάχικο, ενώ στη Σμίξη το βλάχικο κίνημα δεν βρήκε καθόλου έδαφος. Στις βλάχικες κοινότητες της οθωμανικής επικράτειας στις αρχές του 20ού αιώνα λειτουργούσαν 7 ρουμανικά γυμνάσια και 113 δημοτικά, τα οποία διατηρήθηκαν ως το 1940, 25 ρουμανικές εκκλησίες και 2 μητροπόλεις στο Μοναστήρι και στα Γιάννενα.

Ακολουθούν δύο θρίαμβοι της ρουμανικής πολιτικής: Το 1905 αναγνωρίζεται ρουμανική εθνότητα των ορθόδοξων Βλάχων με έκδοση Ιραντέ από τον σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ, ενώ το 1913, με επιστολή του Ελ. Βενιζέλου προς τον πρωθυπουργό Τάκε Μαγιορέσκο, η Ελλάδα δεσμεύεται να δώσει αυτονομία στις κουτσοβλαχικές σχολές και εκκλησίες, καθώς και να επιτρέψει τη σύσταση επισκοπής για τους Κουτσόβλαχους με τη ρουμανική κυβέρνηση να μπορεί να επιχορηγεί κάτω από την επίβλεψη της ελληνικής κυβέρνησης τα ιδρύματα αυτά. Στην ένοπλη φάση του Μακεδονικού Αγώνα (1905-1908) οι ρουμανίζοντες Βλάχοι συμμάχησαν με τους Μακεδόνες αυτονομιστές κατά των ελληνικών ένοπλων ομάδων. Αναζωπύρωση του θέματος έχουμε στη διάρκεια της Κατοχής καθώς μερίδα των ρουμανιζόντων Βλάχων, με ηγέτη τον Αλκιβιάδη Διαμάντη από τη Σαμαρίνα, συνεργάστηκε με τους Ιταλούς με σκοπό την ίδρυση μιας αυτόνομης βλαχικής περιοχής στην Ελλάδα, του «Πριγκιπάτου της Πίνδου», ιδέα που είχε συλληφθεί από την εποχή του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Η προσπάθεια επάνδρωσης της λεγόμενης «Λεγεώνας της Πίνδου», προς ενίσχυση των Ιταλών, δεν βρήκε την αναμενόμενη υποστήριξη, παρά μόνο στους φτωχούς κτηνοτρόφους που ήταν ευάλωτοι σε οικονομικές πιέσεις, ενώ οι Λεγεωνάριοι (μαζί με οπαδούς τους) που έγιναν μισητοί σε ελληνόφωνους και βλαχόφωνους της περιοχής λόγω της συμμετοχής τους σε λεηλασίες, αναγκάστηκαν σύντομα να εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Το ελληνικό κράτος, που ήδη προσπαθούσε να αμβλύνει τις συνέπειες από τη συμφωνία του 1913, προχώρησε το 1945 στην κατάργηση των μειονοτικών δικαιωμάτων των Βλάχων (είχε προηγηθεί η προσχώρηση της Ρουμανίας στο ανατολικό μπλοκ).

Η προαναφερθείσα οδυνηρή κατάσταση προκάλεσε μεταπολεμικά και τη συγγραφή ιστορικών εργασιών για τους Βλάχους που, όμως, αντί να προστρέξουν στα πραγματικά ιστορικά γεγονότα και να αντιμετωπίσουν με νηφάλια ιστορική ματιά τα πράγματα, στρατεύτηκαν στον αγώνα να αποδείξουν την ελληνική καταγωγή των Βλάχων από την εποχή του Μεσαίωνα, συζήτηση που μας οδηγεί στις ολοκληρωτικές θεωρίες περί «καθαρότητας» του αίματος και στους εθνικούς μύθους περί ανωτερότητας των λαών.

Τέλος έχουμε τους Έλληνες της περιοχής του Καυκάσου.

Το 1920 οι σοβιετικοί απέγραψαν τον πληθυσμό της Ρωσίας, ο οποίος αριθμούσε 134,2 εκατομμύρια. Οι Έλληνες υπολογίστηκαν σε 203.050 άτομα. Κατανέμονταν δε ως εξής:

Στην Ουκρανία 103.968 (στο Ντονιέτσκ 96.803, στην Οδησσό 5.444, στο Κίεβο 358 κ.λπ.)

Στην Κριμαία 23.848

Στην περιοχή Κουμπάν και Μαύρης Θάλασσας 65.285 (Σταυρούπολη 3.502 κ.λπ)

Στην ευρωπαϊκή Ρωσία 25.064, (Μόσχα 344, Πετρούπολη 304 κ.λπ.),

Στη Σιβηρία 187

Στην Κιργιζία 344 κ.λπ.

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

ΟΛΑ ΤΑ ΣΦΑΖΩ ΟΛΑ ΤΑ ΜΑΧΑΙΡΩΝΩ

Είμαστε μία καταπληκτική χώρα.
Μια χώρα που αν καθήσει κανείς και το φιλοσοφήσει θα καταλήξει στο συμπέρασμα πως κατά λάθος υπάρχει και λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Αλλά ακόμα και έτσι , μόνο χάρη στο φιλότιμο μερικών ,πολύ λίγων ,και στο ειδικό βάρος που κουβαλάει το αρχαίο μας όνομα μαζί με την υποχρέωση ανταπόκρισης που αυτό δημιουργεί.
Μόνο που το κατάστημα λειτουργεί υπό νέα διεύθυνση εδώ και χρόνια…
Για να μπω στο θέμα λοιπόν.
Σήμερα το πρωί ,ακούγοντας στο ραδιόφωνο τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ,πληροφορήθηκα ότι η κορυφαία αθλητική είδηση είναι ότι ,(ενώ θυμηθείτε ,έχουμε Δεκέμβρη, έχει σημασία), φέτος θα υποβιβασθούν στο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα τρεις ομάδες και θα ανέβουν από τη δεύτερη κατηγορία, αντίστοιχα τρεις.Φυσικά γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι δεν είναι δυνατόν να βρισκόμαστε στη μέση του πρωταθλήματος και να μην έχει αποφασιστεί ακόμα κάτι το οποίο για τον μικρόκοσμο του αθλητισμού είναι πολύ σοβαρό.
Τώρα θα πει κανείς (και θα έχει και δίκιο),"εδώ ο κόσμος χάνεται και εμείς ασχολούμαστε με το ποιος πέφτει και ποιος ανεβαίνει στο ποδόσφαιρο";
Απλώς αυτή η ειδηση μου έδωσε την αφορμή να σκεφτώ πόσο πρόχειρα λειτουργεί η χώρα μου σε κάθε τομέα και με αφορμή το ποδόσφαιρο σκέφτηκα πόσα άλλα πιο σημαντικά πράγματα δεν γίνονται γνωστά παρά μόνο όταν οι χρόνοι έχουν γίνει τόσο πιεστικοί ώστε δεν παίρνει άλλο.
Για παράδειγμα ,η διδασκόμενη ,άρα και εξεταζόμενη ,ύλη των πανελλαδικών εξετάσεων κάθε χρόνο ανακοινώνεται γύρω στα μέσα του Οκτώβρη ,(παλιότερα αυτό γινότανε στα τέλη του Νοέμβρη ,άρα βελτιωνόμαστε ως χώρα),ενώ φυσικά το σχολικό έτος έχει ξεκινήσει από το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη, δημιουργώντας αναπόφευκτα μια απίστευτη αμηχανία στους διδάσκοντες για την επιλογή θεμάτων διδασκαλίας μέχρι να έχουν κάτι επίσημο στα χέρια τους.Τελικά όταν επιτέλους ανακοινώνεται η ύλη , διαπιστώνει κανείς ότι είναι ίδια με την περυσινή και την προπερυσινή κ.ο.κ

Το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο μετά την ανάπλαση του χώρου γύρω του.
Στο βάθος η Λεωφόρος Ζωγράφου !

Όταν όμως κάποτε η ύλη εμφανίζεται αλλαγμένη ,η αλλαγή αυτή είναι δραστική και ακυρώνει τα ήδη διδαχθέντα μέσα σε αυτό το μήνα της αμηχανίας ,ασεβώντας παράλληλα στον κόπο που κατέβαλαν τα παιδιά για να ανταποκριθούν στις όποιες απαιτήσεις της μέχρι εκείνη τη στιγμή,διδασκαλίας.
Εδώ κάποιος θα αναρωτηθεί γιατί πρέπει να επαναπροσδιορίζεται η ύλη κάθε χρόνο; Αλλάζει τίποτε στην αντιληπτική ικανότητα των Ελληνόπουλων; Και μήπως κάθε χρόνο περιμένουμε το ειδικό πόρισμα κάποιου αόρατου ινστιτούτου που διενεργεί κάποια μυστική έρευνα για το μέσο όρο της επιδεκτικότητας των παιδιών μας ανά έτος έτσι ώστε και εμείς να αναθεωρούμε τι τους διδάσκουμε κάθε χρόνο; Και αν υποθέσουμε πως αυτό γίνεται ,που είναι η εφαρμογή των ίσων ευκαιριών, άρα και της ίδιας παιδείας για όλους;
Φυσικά τίποτε από αυτά δε συμβαίνει. Απλώς στο θεσμό της σοβαροφάνειας ,εκεί όπου όντως είμαστε πρωταθλητές ,φαντάζει πολύ γκλαμουράτο να κάνουμε ετήσιες ανακοινώσεις που δεν κάνουν τίποτα παραπάνω από το να επαναλαμβάνουν αυτά που ήδη ίσχυαν. Έτσι όμως κάποιοι αποκτούν λόγο ύπαρξης ,ενισχύουν τη θέση τους και το κυριότερο ,το πορτοφόλι τους.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις ύλες στα πανεπιστήμια οι οποίες πολλες φορές ανακοινώνονται μαζί με το πρόγραμμα των εξετάσεων ,μία μέρα πριν από τις ίδιες τις εξετάσεις.
Το χειρότερο όμως είναι πως πίσω από όλα αυτά κρύβεται μια τεράστια ομφαλοσκόπηση.
Οι ιθύνοντες θεωρούν ότι όλα τα κάνουν τέλεια ,ότι όλοι οι άλλοι στις άλλες χώρες που κανονικά θα έπρεπε να τις έχουμε πυξίδα ,τα κάνουν λάθος και όταν ο κόμπος φτάσει στο χτένι και εξαγγείλουν κάποια μεταρρύθμιση ,παρουσιάζουν τα ίδια ακριβώς πράγματα ,επαναδιατυπωμένα όμως με τόση στριφνότητα ώστε όταν επιτέλους καταφέρεις και τα αποκωδικοποιήσεις ,έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου για την επόμενη μεταρρύθμιση ,τον επόμενο δηλαδή μηδενικό κύκλο.
Όσο για τη συνέχεια της ύλης , αυτός είναι ένας άλλος καημός.
Στην Ιστορία που είναι το δικό μου αντικείμενο ,τα πράγματα διδάσκονται μεν θεματικά , αλλά δυστυχώς με δειγματοληπτική διάθεση.
Κάνουμε λίγο από το ένα ,λίγο από το άλλο ,ακόμα πιο λίγο από το παράλλο και τελικά δε μαθαίνουμε τίποτα.
Για να το θέσω με παράδειγμα είναι σαν να πάει κάποιος να παρακολουθήσει μια κινηματογραφική ταινία , μπει στην αίθουσα δέκα λεπτά αφού η ταινία έχει ξεκινήσει την προβολή της ,βγεί έξω ένα τέταρτο αργότερα ,ξαναμπεί μέσα λίγο πριν το διάλειμμα , παρακολουθήσει μισή ώρα και είκοσι λεπτά πριν το τέλος του έργου αποχωρήσει. Τι θα έχει καταλάβει άραγε από την όλη προσπάθεια του σκηνοθέτη;
Ε, λοιπόν το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα μαθήματα που διδάσκονται στα παιδιά μας . Δίνονται εντελώς δειγματοληπτικά και φυσικά μέσα από βιβλία όπου το λάθος είναι ο κανόνας.
Όμως αυτή η προχειρότητα και η ασυνέπεια να ανταποκριθούμε χρονικά συμβαίνει σε όλους τους τομείς της καθημερινής μας δραστηριότητας.Δάσκαλοι διορίζονται με μεγάλη καθυστέρηση, επιδοτήσεις δρομολογίων για απομακρυσμένες περιχές εγκρίνονται όταν η χρονιά κοντεύει να ολοκληρωθεί, ειδικό προσωπικό για άτομα με κινητικά προβλήματα εγκρίνεται όταν η χρονιά κοντεύει να μεσιάσει και πάει λέγοντας. Ο κατάλογος είναι ατελείωτος.
Ίσως όλα αυτά να είναι δείγμα εξέλιξης .Να είμαστε μια χώρα που προβάρει τα βήματά της μέχρι να βρει τον καλπασμό της . Σε αυτή την περίπτωση όμως , ας δείξουμε λίγη σεμνότητα παραπάνω και ας πάρουμε μερικά παραδείγματα από αυτούς που με έπαρση και απαξιωτικά κάθε φορά , λέμε πως "όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες ,αυτοί έτρωγαν βελανίδια", παραβλέποντας ηθελημένα ίσως πως τώρα πια ως ουραγοί της Ευρώπης εκλιπαρούμε για ένα ευμενές σχόλιο τους αντιλαμβανόμενοι παράλληλα πως διατροφικά τα βελανίδια καθόλου δεν τους έβλαψαν αφού είμαστε εμείς που πλέον προσπαθούμε να τους μοιάσουμε.



Το έχω ξαναβάλει σε άλλη σελίδα αλλά θεωρώ ότι τα λόγια του ταιριάζουν τέλεια με το περιεχόμενο του κειμένου και την ανυποψίαστη μηδενικότητα κάποιων.