Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΑ 1 Τα πρώτα βήματα του εργατικού κινήματος

Περνάμε στο εργατικό κίνημα το οποίο κατά κάποιο τρόπο αντιστοιχείται με τη βραδύτητα ανάπτυξης της αγροτικής μεταρρύθμισης.

Σοσιαλισμός


Ο σοσιαλισμός είναι κοινωνική, οικονομική και πολιτική θεωρία κατά την οποία η κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής αντικαθιστά την ατομική ιδιοκτησία. Ο όρος ιστορικά αφορά ένα πολιτικό κίνημα του 19ου αιώνα, γέννημα των οικονομικοκοινωνικών συνθηκών της βιομηχανικής επανάστασης, και συσχετίζεται στενά με τον όρο Αριστερά.
Οι αντιλήψεις του σοσιαλισμού πρέπει να αναζητηθούν στις απαρχές της Γαλλικής Επανάστασης, στη παράταξη των Ιακωβίνων, και από μία άλλη σκοπιά στον «ουτοπισμό» του Ανρί ντε Σαιν-Σιμόν. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του σοσιαλισμού είναι η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής (γαίες, εργοστάσια, μεγάλες επιχειρήσεις) και η δημιουργία νέων συλλογικών σχέσεων παραγωγής, διανομής των προϊόντων και κατανομής του κοινωνικού πλούτου που θα εξυπηρετούν τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου. Οι νέες αυτές σχέσεις παραγωγής στηρίζονται στο ότι τα μέλη μιας κοινωνίας θα προσφέρουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους και θα αμείβονται ανάλογα με τις ανάγκες τους ή με την εργασία τους. Τη θέση της ατομικής ιδιοκτησίας θα πάρει πλέον η συλλογική διαχείριση με μορφή εθελοντικά συνεταιριστική ή κρατική, οι λεγόμενες κολεκτίβες. Μία κοινωνία οργανωμένη κατ' αυτόν τον τρόπο, ο τελικός στόχος του σοσιαλιστικού κινήματος, αποκαλείται πολλές φορές κομμουνιστική και αντιπαρατίθεται με τον καπιταλισμό και την ελεύθερη αγορά.

Διάνοιξη διώρυγας Κορίνθου

Με τη Βιομηχανική Επανάσταση του 19ου αιώνα, η τεχνολογική εξέλιξη επέτρεψε την υλοποίηση της πανάρχαιας ιδέας διόρυξης του Ισθμού. Η πραγματοποίηση του έργου κρίθηκε αναγκαία από τη μελέτη των συνθηκών του διεθνούς εμπορίου και της ναυτιλίας στη Μεσόγειο. Έτσι, άρχισε η προσπάθεια εξεύρεσης κεφαλαίων από τη διεθνή χρηματαγορά. Η δια του Ισθμού οδός παρείχε δυο σημαντικά πλεονεκτήματα στη διεθνή ναυτιλία και κατ' επέκταση στο διεθνές εμπόριο: Ασφάλεια και Οικονομία. Η παράκαμψη των επικίνδυνων ακρωτηρίων Κάβο Μαλέα και Κάβο Ματαπά δεν θα μείωνε μόνο τους κινδύνους από ναυτικά ατυχήματα, αλλά και το κόστος μεταφοράς (ασφάλιστρα, καύσιμα, χρόνος).

Μετά τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ, η Κυβέρνηση Ζαΐμη έλαβε την απόφαση τομής του Ισθμού και το Νοέμβριο του 1869 ψήφισε το νόμο της «περί διορύξεως του Ισθμού της Κορίνθου». Με το νόμο αυτό είχε δικαίωμα να παραχωρήσει σε εταιρεία ή ιδιώτη το προνόμιο κατασκευής και εκμετάλλευσης της Διώρυγας. Το ελληνικό δημόσιο κατακύρωσε το έργο το 1881 στον στρατηγό Στέφανο Τύρρ, μαζί με το προνόμιο εκμετάλλευσης της διώρυγας για 99 χρόνια.


Τα εγκαίνια του Ισθμού της Κορίνθου
Οι εργασίες διάνοιξης ξεκίνησαν στις 23 Απριλίου 1882. Η μελέτη του έργου έγινε από τον Ούγγρο Β. Gerfer, αρχιμηχανικό της διώρυγας Φραγκίσκου στην Ουγγαρία, και ελέγχθηκε από τον μηχανικό Daujats, αρχιμηχανικό της διώρυγας του Σουέζ. Για την τελική κατάληξη έγιναν μελέτες τριών χαράξεων. Ως η πιο σωστή και οικονομική, προκρίθηκε η χάραξη που είχε εφαρμόσει ο Νέρωνας. Υστερα, όμως, από 8 χρόνια, η εταιρεία αυτή διέκοψε τις εργασίες της -εξαιτίας της εξάντλησης όλων των κεφαλαίων της- και τελικά διαλύθηκε.

Τη συνέχιση του έργου ανέλαβε ελληνική εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία της Διώρυγας της Κορίνθου» υπό τον Ανδρέα Συγγρό, που ανέθεσε την εκτέλεση των εργασιών στην εργοληπτική εταιρεία του Α. Μάτσα, η οποία και αποπεράτωσε το έργο. Αυτό το οικονομικό τόλμημα, αυτός ο τεχνικός άθλος, με τη χρησιμοποίηση 2.500 εργατών και των τελειότερων μηχανικών μέσων της εποχής, ολοκληρώθηκε μετά 11 χρόνια. Τα εγκαίνια έγιναν με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια στις 25 Ιουλίου 1893, από το πρωθυπουργό Σωτήριο Σωτηρόπουλο.

Η διώρυγα κόβει σε ευθεία γραμμή τον Ισθμό της Κορίνθου σε μήκος 6.346 μ. Το πλάτος της στην επιφάνεια της θάλασσας είναι 24,6 μ. και στο βυθό της 21,3 μ., ενώ το βάθος της κυμαίνεται μεταξύ 7,50 έως 8 μ. Ο συνολικός όγκος των χωμάτων που εξορύχτηκαν για την κατασκευή της έφθασε τα 12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.

Η γεωλογική σύσταση των πρανών της Διώρυγας είναι ανομοιόμορφη, με ποικιλία γεωλογικής συστάσεως εδαφών. Μία ιδιομορφία, που κατά καιρούς είχε ως συνέπεια την κατάπτωση μεγάλων χωμάτινων όγκων και κατά συνέπεια το κλείσιμο του καναλιού. Συνολικά, από την έναρξη λειτουργίας της έως το 1940, η Διώρυγα παρέμεινε κλειστή για διάστημα τεσσάρων χρόνων. Μεγάλη διακοπή της λειτουργίας της έγινε και το 1944, όταν οι Γερμανοί, κατά την αποχώρησή τους, ανατίναξαν τα πρανή, προκαλώντας την κατάπτωση 60.000 κυβικών μέτρων χωμάτων. Οι εργασίες εκφράξεως διήρκεσαν πέντε χρόνια (1944-1949).

Σήμερα, η Διώρυγα της Κορίνθου αποτελεί διεθνή κόμβο θαλάσσιων συγκοινωνιών και εξυπηρετεί περί τα 12.000 πλοία ετησίως, όλων των εθνικοτήτων.



Εξέγερση Λαυρίου 1896

1896: Κηρύσσεται απεργία των μεταλλωρύχων στο Λαύριο. Οι φύλακες σκοτώνουν δυο απεργούς. Οι απεργοί σκοτώνουν τους φύλακες, ανατινάζουν τις αποθήκες και τα γραφεία, και αφοπλίζουν τους αστυνομικούς.

Το 1896, στην Καμάριζα, πραγματοποιείται γενικευμένη εξέγερση των... εργατών στα ορυχεία. Ειδικά αυτή η απεργία αποτέλεσε σταθμό στην Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος. Θύματα υπήρχαν τόσο απ' τους απεργούς εργάτες, όσο και απ' τους φύλακες της Γαλλικής Εταιρείας του Λαυρίου. Οι φύλακες σκότωσαν τους εργάτες Καραφλιά και Βασιλακόπουλο, με αποτέλεσμα οι οργισμένοι και αγανακτισμένοι εργάτες, μπρος στη θέα των σκοτωμένων συναδέλφων τους, να ορμήξουν στα γραφεία της Εταιρείας, να βάλουν φωτιά, με αποτέλεσμα να εξοντωθούν όλοι οι φύλακες, πλην ενός. Συνολικά είχαν σκοτωθεί τέσσερις απεργοί. Ο δε Σερπιέρι ,αρχιμηχανικός και αργότερα ιδιοκτήτης φυγαδεύτηκε και σώθηκε, κυριολεκτικά, την τελευταία στιγμή, μεταμφιεσμένος.

Σ' εκείνη την απεργία, περισσότεροι από 1.800 μεταλλεργάτες ανέβηκαν από το μεταλλευτικό φρέαρ - βάθους 182 μέτρων - και, με μια οργάνωση που θα τη ζήλευαν πολλοί, κήρυξαν εκείνη την πρώτη μεγάλη απεργία. Περιγράφει ο παλιός μεταλλεργάτης Γιώργος Βουγιούκας («ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ» 23/1/1996): «Κανείς από τ' αφεντικά δεν τους πήρε μυρωδιά. Η απεργία εκδηλώθηκε την Κυριακή το βράδυ - 7 Απριλίου 1896 - στην αλλαγή της βραδινής βάρδιας των 10 και έγινε δημοσίως γνωστή τη Δευτέρα το πρωί».

Η μεγάλη αυτή απεργία διήρκεσε 18 μέρες. Τα κύρια αιτήματα των εργατών το 1896, στα μεταλλωρυχεία της Καμάριζας - ιδιοκτησίας της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων - ήταν η κατάργηση των εργολάβων ως ενδιάμεσων μισθωτών, η πληρωμή των εργατών κατ' ευθείαν απ' την εταιρεία, η αύξηση του μεροκάματου σε 3,5 δραχμές (ήταν 2,5), η δημιουργία νοσοκομείου ή φαρμακείου στην Καμάριζα και η διάθεση σούστας στους εργάτες για τη μεταφορά των τραυματιών στο νοσοκομείο του Θορικού, καθώς μεταφερόμενοι με το κάρο πέθαιναν στη διαδρομή. Εκτός απ' τα παραπάνω, οι εργάτες ζητούσαν απ' την εταιρεία να μένουν σε σπίτια, διότι μέχρι τότε κατοικούσαν σε σπήλαια ή σε αυτοσχέδιες καλύβες.

Να πώς περιγράφει ο Γ. Βουγιούκας εκείνη την απεργία: «Στην πρώτη μεγάλη απεργία υπήρχε φοβερή ένταση. Είναι ενδεικτικό ότι ο Σερπιέρι - γενικός διευθυντής της εταιρείας - για να φυγαδευτεί ντύθηκε γυναίκα ή παπάς! Η κυβέρνηση έστειλε, εκτός από τα "ΜΑΤ" της εποχής εκείνης, πολεμικό πλοίο για να πάρει τους πρωτεργάτες της απεργίας. Η ένταση ήταν μεγάλη. Μια πέτρα που έφυγε απ' τα χέρια ενός απεργού και χτύπησε έναν χωροφύλακα ήταν η αφορμή για να ξεκινήσει η σύγκρουση. Οι χωροφύλακες ανοίγουν πυρ και χτυπούν στο "ψαχνό" τέσσερις ανυπεράσπιστους εργάτες. Η Καμάριζα γίνεται πεδίο μάχης»...

Το Δεκέμβρη του 1896 πραγματοποιείται η δίκη 15 απεργών, οι οποίοι αθωώνονται και επανέρχονται στη δουλειά τους χωρίς όρους. Μετά την απεργία, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Καμάριζα στρατιωτικό σώμα, όχι μακριά από τους χώρους δουλειάς, προκειμένου να αποτρέψει τους εργάτες από νέες εξεγέρσεις.

Οι πρώτοι αυτοί ξεσηκωμοί, οι διαμαρτυρίες και οι απεργίες του προλεταριάτου ήταν το πρώτο αυθόρμητο ξύπνημα της συνείδησής του. Οπως έγραφε τότε ο Λένιν, με αφορμή και ανάλογες απεργίες στην τσαρική Ρωσία «...το αυθόρμητο στοιχείο δεν αποτελεί στην ουσία τίποτε άλλο παρά εμβρυακή μορφή του συνειδητού». Ακόμα και οι πρωτόγονοι ξεσηκωμοί εκφράζανε ως ένα βαθμό το ξύπνημα της συνείδησης: οι εργάτες έχαναν την προαιώνια πίστη τους στο απαρασάλευτο του καθεστώτος που τους συνέθλιβε, άρχιζαν να νιώθουν την ανάγκη της συλλογικής αντίστασης, να εγκαταλείπουν τη δουλική υποταγή στους προϊσταμένους τους.

Στοά στο Λαύριο, όπου βρέθηκαν μεταλλεύματα από τη νεολιθική εποχή μέχρι και σήμερα...
Μετά το 1900 αρχίζει η σταδιακή συρρίκνωση των μεταλλευτικών εργασιών. Το 1899 υπήρχαν 5.012 εργάτες, το 1910 - 3.201, το 1916 - 2.206, το 1917 - 1.500.

Μεγάλη Ιδέα

Με τον όρο Μεγάλη Ιδέα αναφερόμαστε στο πολιτικό και εθνικιστικό ιδεώδες που διαδόθηκε στον ελληνικό κόσμο από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και αποτελούσε τον άξονα της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας έως την τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Κύριο θέμα της Μεγάλης Ιδέας ήταν η διεύρυνση των ελληνικών συνόρων για να περιλάβουν περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς που βρίσκονταν υπό ξένη κυριαρχία. Επί της ουσίας πρόκειται για αλυτρωτικό Ελληνικό οραματισμό, τον οποίο εμπνεύσθηκε ως όρο για δημαγωγικούς λόγους ο πρώτος Συνταγματικός πρωθυπουργός Ιωάννης Κωλέττης στα μέσα του 19ου αιώνα και στον οποίο στήριξε ολόκληρη την πολιτική του. Αναφέρεται στην προσπάθεια επανάκτησης των χαμένων εδαφών της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και παρέμεινε ως στόχος ουσιαστικά όλων των Ελληνικών κυβερνήσεων μέχρι τον Αύγουστο του 1922, όταν και εγκαταλείφθηκε οριστικά μετά τη Μικρασιατική καταστροφή.

Φεντερασιόν

Την επομένη του εορτασμού της πρώτης επετείου της νεοτουρκικής επανάστασης, στις 24.7.1909, ενώνονται ο Σοσιαλιστικός Εργατικός Σύνδεσμος (Ισραηλιτική Εργατική Λέσχη) με το βουλγαρικό Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο, δημιουργώντας τη Φεντερασιόν. Αν και πολύ σύντομα η πλειοψηφία των προερχόμενων από το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο θα αποχωρήσει θα υπάρξουν κάποιοι εξαρχικοί που θα παραμείνουν στην οργάνωση, ενώ θα έχουμε και προσχωρήσεις. Πριν κλείσει ένα μήνα ζωής η νέα οργάνωση αποκτά κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο καθώς ο, εκλεγμένος με το Λαϊκό Ομοσπονδιακό Κόμμα του Γ. Σαντάνσκυ, Ντιμιτάρ Βλάχωφ γίνεται μέλος της, ενώ ταυτόχρονα θα καταφέρει να βγάλει και δική της εφημερίδα, αρχικά πάλι σε τέσσερις γλώσσες: Χορνάλ ντε λαβοραδόρ, Ραμπότσιντσκι βέστνικ, Εφημερίς του εργάτου, Αμελέ γκαζετεζί.

Έτσι ξεκινάει η θρυλική ιστορία της Φεντερασιόν που αν και σύντομη (ούτε καν μια δεκαετία ζωής δεν συμπλήρωσε), άφησε έντονα τα σημάδια της στα Βαλκάνια, αφού η ίδια αποτέλεσε τον άξονα της δημιουργίας του ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ), ενώ στελέχη της που έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη λόγω της εθνικής ομογενοποίησης που ακολούθησε τους Βαλκανικούς και τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα αριστερά κόμματα κι οργανώσεις της Βουλγαρίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Τουρκίας.

Παραπομπές:
[1] Mark Mazower, Salonica City of Ghosts: Christians, Muslims and Jews 1430-1950, Harper, Λονδίνο 2004, σ. 287· βλ. και χτεσινό σημείωμα του Αφιερώματος 2012:http://www.alterthess.gr/content/afieroma-2012-giassassin-xoyrriet-ksespa-i-neotoyrkiki-epanastasi-1908.
[2] http://www.alterthess.gr/content/i-proti-ergatiki-protomagia-stin-



Ρώσικη Επανάσταση

Το 1905 στάθηκε η μεγάλη δοκιμή της επανάστασης του 1917. Πράγματι, τον Ιανουάριο τους έτους αυτού κηρύχτηκε γενική απεργία στα εργοστάσια της Πετρούπολης. Στις 9 Ιανουαρίου, ημέρα Κυριακή, χιλιάδες άοπλων με εικόνες και πορτρέτα του τσάρου συγκεντρώθηκαν στην πλατεία των χειμερινών ανακτόρων της Πετρούπολης. Ο τσάρος δε δέχτηκε ν` ακούσει τα αιτήματα του πλήθους και διέταξε τη φρουρά του να διαλύσει τους συγκεντρωμένους, με αποτέλεσμα η χιονισμένη πλατεία να βαφτεί με το αίμα εκατοντάδων νεκρών.
Στις 15 Ιουνίου 1905 στασίασε και το πλήρωμα του καταδρομικού Ποτέμκιν. Στρατιωτικές στάσεις ακολούθησαν στην Κροστάνδη, στο στόλο του Εύξεινου, ενώ στις 7 Δεκεμβρίου ξέσπασε γενική απεργία στη Μόσχα, που εξελίχτηκε σε ένοπλη εξέγερση, η οποία τελικά πνίγηκε στο αίμα. Τα γεγονότα αυτά, μολονότι δεν πέτυχαν, έδωσαν την ευκαιρία στους αγρότες και στους εργάτες να οργανωθούν σε σοβιέτ και να προετοιμάζονται κατάλληλα για το αποφασιστικό και νικηφόρο χτύπημα. Στο μεταξύ ο τσάρος, κάτω από την πίεση των γεγονότων, παραχώρησε νομοθετικές συνελεύσεις (Δούμες), που τελικά απέτυχαν στο έργο τους, λόγω της αντίδρασης του τσάρου στις μεταρρυθμίσεις και του απολυταρχικού πρωθυπουργού του Στολίπιν.
Η Φεβρουαριανή Επανάσταση.

Η εργατική επανάσταση άρχισε κατά το τέλος του Φεβρουαρίου του 1917 στην Αγία Πετρούπολη με τεράστιες απεργίες και δυναμικές διαδηλώσεις, που αργότερα εξελίχτηκαν σε οργανωμένο επαναστατικό κίνημα. Ο πρόεδρος της τέταρτης Δούμας Ροντζιάνκο μαζί με την εκτελεστική επιτροπή του σοβιέτ ζήτησαν την παραίτηση του τσάρου Νικόλαου Β΄, ο οποίος εγκατέλειψε την εξουσία στις 15 Μαρτίου 1917, χωρίς ο διάδοχός του δούκας Μιχαήλ Αλεξάνδροβιτς, να δεχτεί τις ευθύνες του θρόνου. Έτσι ανατράπηκε οριστικά η μοναρχία στη Ρωσία και μαζί της η φεουδαρχική απολυταρχία. Προσωρινά ανέλαβε πρωθυπουργός ο πρίγκιπας Λβοφ, ο οποίος αντιπροσωπεύοντας τα συμφέροντα της αστικής τάξης διακήρυξε ότι θα συνέχιζε την ένοπλη σύγκρουση με τη Γερμανία μέχρι την τελική νίκη της Ρωσίας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και ότι θα εφάρμοζε φιλελεύθερο πολιτικό πρόγραμμα μεταπολεμικά. Οι υποσχέσεις αυτές δεν ικανοποίησαν το λαό, που ανέμενε ριζικές αλλαγές μέσα στις κακουχίες του πολέμου, της πείνας και της εξαθλίωσης. Η προλεταριακή επανάσταση είχε γίνει κοινή συνείδηση και μια αστική φιλελεύθερη δημοκρατία φαινόταν τόσο ξεπερασμένη το 1917, όσο επί τσαρισμού η συνταγματική μοναρχία.
Μέσα στο Μάρτιο η προσωρινή κυβέρνηση έδωσε γενική αμνηστία, η Φινλανδία ανακηρύχτηκε αυτόνομο κράτος, φυλακίστηκε η αυτοκρατορική οικογένεια, καταργήθηκε η θανατική ποινή, σταμάτησαν το φοβερά πογκρόμ κατά των Εβραίων, εφαρμόστηκε το οκτάωρο και χορηγήθηκε το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις γυναίκες. Στην κρίσιμη αυτή στιγμή ο Λένιν επέστρεψε στη Ρωσία με σύνθημα τη μη υποστήριξη της καπιταλιστικής κυβέρνησης, την παύση του ιμπεριαλιστικού πολέμου και τη νίκη της κοινωνικής επανάστασης. Κι ενώ η κυβέρνηση κλονιζόταν και ο ρωσικός στρατός πιεζόταν συνεχώς από τους Γερμανούς, οι μπολσεβίκοι ενισχύθηκαν από τον Τρότσκι, το σπουδαιότερο μετά το Λένιν αρχηγό και οικοδόμο της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση.

Τον Ιούλιο ο Λβοφ παραιτήθηκε και πρωθυπουργός ανέλαβε ο Κέρενσκι, που προκήρυξε εκλογές για το Νοέμβρη. Στο μεταξύ ο στρατιωτικός διοικητής της Πετρούπολης Κορνίλοφ επωφελήθηκε τόσο από τα στασιαστικά στρατιωτικά κινήματα του Ιουλίου, όσο και από την πολιτική χρεοκοπία του Κερένσκι και θέλησε να επιβάλει στρατιωτική δικτατορία. Το πραξικόπημα απέτυχε ολοκληρωτικά, κυρίως με τη συμβολή των οπλισμένων εργατικών μαζών κι έτσι η επανάσταση πέτυχε τη πρώτη της αποφασιστική νίκη. Το μέτωπο κατέρρεε, οι αγρότες οργανωμένοι επιτίθενται κατά των γαιοκτημόνων και στα σοβιέτ κυριαρχούσαν πλέον οι μπολσεβίκοι. Στις 25 Σεπτεμβρίου ο Τρότσκι εκλέχτηκε πρόεδρος του σοβιέτ της Πετρούπολης, ενώ στις 7 Οκτωβρίου ο Λένιν έφτασε κρυφά στην Πετρούπολη για να αναλάβει τη διεύθυνση της ένοπλης εξέγερσης. Στην ιστορική συνεδρίαση της 10 Οκτωβρίου της κεντρικής επιτροπής του Μπολσεβικικού κόμματος έγινε δεκτή η πρόταση του Λένιν για ένοπλη εξέγερση, με ψήφους 10 υπέρ και 2 (Ζινόβιεφ, Κάμενεφ) κατά.
Στις 24 Οκτωβρίου ξέσπασε πλέον η μεγάλη επανάσταση. Το πρωί η κυβέρνηση απαγόρευσε την κυκλοφορία του κεντρικού οργάνου των μπολσεβίκων "Ραμπότσι Πουτ" κι έστειλε θωρακισμένα αυτοκίνητα στο τυπογραφείο και στα γραφεία σύνταξης της εφημερίδας. Οι κόκκινοι φρουροί όμως και οι επαναστατημένοι στρατιώτες απέκρουσαν τα θωρακισμένα αυτοκίνητα και κατά τις 11 η ώρα η εφημερίδα κυκλοφόρησε με την προκήρυξη της ανατροπής της κυβέρνησης. Το βράδυ της ίδιας μέρας κι ενώ το υπουργικό συμβούλιο συνεδρίαζε στα χειμερινά ανάκτορα, η κόκκινη φρουρά της Πετρούπολης καταλάμβανε το κεντρικό τηλεγραφείο, τις γέφυρες, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και την Κρατική Τράπεζα. Το καταδρομικό "Αυγή" μπήκε στο Νέβα κι έστρεψε τα πυροβόλα του στα ανάκτορα που ήταν έδρα της τελευταίας αστικής κυβέρνησης. Την άλλη μέρα τα ανάκτορα πολιορκήθηκαν και καταλήφθηκαν, η κυβέρνηση έπεσε, οι υπουργοί συνελήφθησαν και ο Κερένσκι δραπέτευσε. Και τυπικά πλέον η Ρωσική Επανάσταση επικράτησε.
Στις 25 Οκτωβρίου συνήλθε στο Σμόλνι το 2ο συνέδριο των σοβιέτ της Ρωσίας και αποφάσισε το πέρασμα της εξουσίας στα σοβιέτ και την έκδοση των δύο ιστορικών διαταγμάτων για την Ειρήνη και για τη Γη: "Η ιδιοκτησία των γαιοκτημόνων στη γη καταργείται από τη στιγμή αυτή χωρίς καμία αποζημίωση". Σχηματίστηκε το πρώτο Συμβούλιο των Επιτρόπων του Λαού (υπουργικό συμβούλιο), με το Λένιν ως πρόεδρο και τους Ρίκοφ, Μιλιούτιν, Τρότσκι, Λουνατσάρσκι και Στάλιν. Στις 2 Νοεμβρίου η σοβιετική κυβέρνηση δημοσίευσε τη διακήρυξη των δικαιωμάτων των λαών της Ρωσίας, ενώ η επανάσταση επικράτησε και στη Μόσχα κάτω από την καθοδήγηση του Μπουχάριν και του Σμιρνόφ. Αλλά μετά την πρώτη ηρεμία φούντωσε η αντίδραση κατά της νέας κατάστασης κυρίως με την υποστήριξη των ξένων εμπόλεμων δυνάμεων που δεν είδαν με καλό μάτι την κατάργηση των προνομίων τους στη ρωσική οικονομία, καθώς και με την εκμετάλλευση των μειονεκτημάτων της συνθήκης που αναγκάστηκε να συνάψει στο Μπρεστ-Λιτόφσκ το 1918 η Ρωσία με τους Γερμανούς. Σχηματίστηκαν γύρω από το νέο σοβιετικό κράτος πάμπολλα μέτωπα, ενώ οι εσωτερικές ανακατατάξεις και η νέα νοοτροπία δεν είχαν ακόμα γίνει καθεστώς.
Εμφύλιος

Στο μεταξύ στις 16 Ιουλίου 1918 εκτελέστηκε ολόκληρη η αυτοκρατορική οικογένεια, ενώ έκτακτη επιτροπή δημιουργήθηκε για την επιβολή της τάξης που ονομάστηκε Βετσέκα ή Τσεκά και αργότερα Γκεπεού. Οι εύποροι χωρικοί (κουλάκοι) εξεγέρθηκαν, όταν εθνικοποιήθηκαν οι μεταλλευτικές και μεταλλουργικές επιχειρήσεις και ιδρύθηκε το κρατικό μονοπώλιο σταριού. Ο Τρότσκι ανέλαβε τη δημιουργία ενός νέου ισχυρού στρατού για να αντιμετωπιστούν οι εξωτερικοί εχθροί. Η εκστρατεία της Κριμαίας που οργάνωσαν οι Άγγλοι και οι Γάλλοι το Δεκέμβριο του 1918 απέτυχε πλήρως (σ` αυτήν συμμετείχαν και Έλληνες). Ο ναύαρχος Κολτσάκ εξάλλου ανέλαβε το Σεπτέμβριο του 1918 τον αγώνα των αντεπαναστατών (Λευκών), που όμως δεν κατόρθωσαν να γίνουν αγαπητοί στους αγρότες, γιατί ταυτίζονταν με τους τσαρικούς. Παρόλα αυτά όμως κατόρθωσε να πλησιάσει το Βόλγα κατά το Μάρτιο και Απρίλιο του 1919. Το Φεβρουάριο όμως του 1920 δικάστηκε και τουφεκίστηκε. Στη δύση αφετέρου ο στρατηγός Γιούντενιτς με τη βοήθεια του αγγλικού στόλου και των Φινλανδών απειλούσε την Πετρούπολη, μέχρις ότου ο Τρότσκι κατάφερε να τον εξουδετερώσει. Άλλες αντεπαναστατικές ενέργειες από τους Ντενίκιν και Βράγκελ εξουδετερώθηκαν τελικά. Ο εμφύλιος πόλεμος φάνηκε πως είχε λήξει μόλις τον Οκτώβριο του 1920, οπότε η επανάσταση αποδύθηκε στην οικονομική ανασύνταξη και αναδιοργάνωση με σοσιαλιστικές αντιλήψεις.



ΓΣΕΕ

Η επίδραση της νίκης της Οκτωβριανής Επανάστασης στην Τσαρική Ρωσία και ο αέρας που έπνευσε παγκοσμίως έδωσε ώθηση στην ενότητα των εργατών και την οργάνωσή τους.
Έτσι το πρώτο Πανελλήνιο Εργατικό Συνέδριο, συνήλθε στην Αθήνα, στις 21 Οκτωβρίου 1918. Οι συνεδριάσεις του πραγματοποιήθηκαν στο Βασιλικό Θέατρο. Πήραν μέρος 214 σωματεία με 180 αντιπροσώπους που αντιπροσώπευαν 65.000 οργανωμένους εργάτες.
Σκοπός του Συνεδρίου ήταν κυρίως, η ίδρυση της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας. Πρόεδρος του συνεδρίου ήταν Γ. Παπανικολάου αντιπρόσωπος ηλεκτροτεχνιτών του Πειραιά. Αποφασίστηκε αρχικά, η ίδρυση της ΓΣΕΕ με έδρα τον Πειραιά, ύστερα από αξίωση των Πειραιωτών αντιπροσώπων. Στον Πειραιά η έδρα της ΓΣΕΕ έμεινε 20 χρόνια.
Το 1930 μεταφέρθηκε στην Αθήνα όταν αγοράστηκε από την εργατική εστία το κτίριο στην οδό Πατησίων 69 όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα. Το κύριο χαρακτηριστικό του πρώτου συνεδρίου ήταν ότι υπήρχαν πολλές τάσεις.
Τρεις ήταν οι κυριότερες: Η πρώτη τάση, εκφραζόταν από την ομάδα του Μαχαίρα, ή το "κόμμα" των Πειραιωτών, όπως λέγανε, και αποτελείτο από διάφορα ανομοιογενή στοιχεία, δεξιά, δεμένα με τα αστικά κόμματα και αντιπροσωπεύονταν κυρίως από τους φορτοεκφορτωτές, λιμενεργάτες και αντιπροσώπους των νησιών. Αυτή η τάση υποστήριζε ότι τα σωματεία πρέπει να μείνουν μακριά από κάθε πολιτική και ήταν κατά της αρχής της πάλης των τάξεων.
Η δεύτερη τάση (κεντριστική ή ανεξάρτητη) αποτελείτο κυρίως από τα Εργατικά Κέντρα Αθηνών, Πατρών, Κέρκυρας, τους ναυτεργάτες, ξενοδοχοϋπαλλήλους, μαγείρους και λίγα σωματεία της Πελοποννήσου και των νησιών. Υποστήριζε ότι ο αγώνας για την βελτίωση των όρων ζωής της εργατικής τάξης δεν έπρεπε να συνδέεται με πολιτικά ζητήματα για την πολιτική ανεξαρτησία και χειραφέτηση της τάξης.
Η Τρίτη τάση που ήταν και η ισχυρότερη, η σοσιαλιστική, εκφραζόταν κυρίως από τα στελέχη της "Φεντερασιόν" από την Θεσσαλονίκη ,τους Θεσσαλούς και τους αντιπροσώπους των σιγαροποιών, των ηλεκτροτεχνιτών και άλλων επαγγελμάτων Αθηνών και Πειραιώς. Υποστήριζε ότι η εργατική τάξη είναι ιδιαίτερη τάξη και αντίπαλη της αστικής με την οποία μάχεται. Πρέπει να έχει την δική της μαχητική οργάνωση και να μην ενδιαφέρεται μόνο για την διεκδίκηση των άμεσων αιτημάτων αλλά να τα συνδέει με την γενική πάλη για την ανατροπή της εξουσίας και την κατάληψη της από τους ίδιους του εργάτες δια μέσου ενός σοσιαλιστικού κόμματος.
Παρά το ότι οι σοσιαλιστές κατάφεραν να περάσουν τις δικές τους αποφάσεις όπως η αρχή της πάλης των τάξεων και ότι η ΓΣΕΕ είναι έξω από κάθε αστική επιρροή (με 158 ψήφους υπέρ, 21 κατά και 1 αποχή), στη διοίκηση υπερτερούν οι πρώτοι με επικεφαλής τον βενιζελικό Μαχαίρα, οι οποίοι είχαν και την κυβερνητική υποστήριξη.
Η πρώτη διοίκηση της ΓΣΕΕ ήταν ενδεκαμελής και χωρίστηκε σε τρεις τάσεις: Η πρώτη με επικεφαλής τον Μαχαίρα, φανατικό οπαδό του Βενιζέλου, η δεύτερη με επικεφαλής τον Αβραάμ Μπεναρόγια η οποία ακολούθησε το νεοϊδρυμένο Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ-ΚΚΕ) και η τρίτη με τους Ηλία Δελαζάνο και Αχ. Χατζημιχάλη (Αθηνών), η οποία ακολούθησε την σοσιαλιστική ομάδα του Γιαννιού.
Γενικός Γραμματέας της Γ.Σ.Ε.Ε. εξελέγη ο Ευάγγελος Μαχαίρας και γραμματείς οι Ηλίας Δελαζάνος και Ν. Ιωαννίδης.
Μετά το Πανεργατικό Συνέδριο δημιουργήθηκαν πολλές Ομοσπονδίες: Βυρσοδεψεργατών, Υποδηματεργατών, Μυλεργατών και Μακαρονοποιών, Αρτεργατών, Τύπου κ.λ.π.
Η ελπίδα για ενότητα και δύναμη γεννιέται στην εργατική τάξη. Η ΓΣΕΕ αρχίζει την δράση της. Η δεξιά παράταξη του Μαχαίρα, φιλική προς τον Βενιζέλο δεν μπορεί να ανεχθεί τους σοσιαλιστές στις γραμμές της ΓΣΕΕ, επειδή θέλει να προσκολλήσει την εργατική οργάνωση στο κυβερνητικό κόμμα και έτσι ετοιμάζει μαζί με την κυβέρνηση την αποπομπή τους.
Την Πρωτομαγιά του 1919, το ΣΕΚΕ -ΚΚΕ συνδεδεμένο με την ΓΣΕΕ καλεί τα σωματεία σε κοινή εκδήλωση. Οι έξι της Διοίκησης επηρεαζόμενοι από τους βενιζελικούς με επικεφαλής τον Μαχαίρα διαφώνησαν. Οι 6 διέγραψαν τους 5 σοσιαλιστές.
Οι 5 συγκαλούν στις 3/5/1919 το Παγκρατικό Συμβούλιο της ΓΣΕΕ, ανώτερο όργανο μεταξύ 2 συνεδρίων. Ενέκρινε την δράση τους και αποδοκίμασε τους 6.
Λόγω αυτής της δραστηριότητας η κυβέρνηση Βενιζέλου διέταξε την σύλληψη των σοσιαλιστών. Μόνο ο Γ. Παπανικολάου κατάφερε να διαφύγει. Οι υπόλοιποι εξορίστηκαν στην Φολέγανδρο.
Την ίδια μέρα κηρύχτηκε πανεργατική απεργία από τους αναπληρωτές τους. Είναι η πρώτη μεγάλη πολιτική απεργία. Στη συνέχεια προσχώρησαν στην οργάνωση του 2ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ.



ΣΕΚΕ


1ο Πανελλαδικό Σοσιαλιστικό Συνέδριο – Ίδρυση του ΣΕΚΕ

Συγκλήθηκε στα γραφεία του συνδέσμου μηχανικών ατμοπλοίων στον Πειραιά στις 4-10 Νοεμβρίου 1918 και κατέληξε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας. Η ονομασία δήλωνε τον εργατικό, προλεταριακό χαρακτήρα του. Ήταν η 1η φορά στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας που εμφανιζόταν ταξικό κόμμα, μη προσωποπαγές και διαταξικό όπως έως τότε συνέβαινε. Εκπροσωπούσε (και το διατράνωσε αυτό) μια μόνο τάξη, την εργατική και δήλωνε ιδεολογική ευθυγράμμιση με παγκόσμιο κίνημα ενώ εξέφραζε επαναστατική προοπτική. Η οργάνωση του προϋπέθετε σταθερότητα και συνοχή με ενεργό δράση των μελών και όχι τυχαία, ευκαιριακή κινητοποίηση οπαδών και ψηφοφόρων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου