Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

ΙΣΤΟΡΙΑ 2 Τα αντιβενιζελικά κόμματα.

Συνεχίζοντας το ρεσιτάλ της Βενιζελειάδας ,το βιβλίο μας διαπράττει το ένα σφάλμα μετά το άλλο, υιοθετώντας εδώ ένα τίτλο εντελώς αδόκιμο , αφού κανένα κόμμα στον κόσμο δεν προσδιορίζει τον εαυτό του ως το "αντί" κάποιου άλλου.
Επιπλέον ακόμα και ο όγκος που αφιερώνεται στα αντιβενιζελικά κόμματα είναι ευθέως δυσανάλογος από τις σελίδες που αφιερώθηκαν στον Βενιζέλο.
Κανείς δεν αμφισβητεί το ειδικό βάρος που έχει ο κρητικός πολιτικός στην Ελληνική ιστορία αλλά στο κάτω κάτω δεν πρόκειται να τον ψηφίσουμε κιόλας οπότε δεν χρειάζεται και τόσο μεγάλη προβολή.Άλλο εξιστόρηση πεπραγμένων και άλλο υπερπροβολή του ενός με μείωση όλων των άλλων παραγόντων που μαζί με αυτόν τον ένα συνθέτουν το μωσαικό της εποχής για την οποία μιλάμε.

Έχουμε λοιπόν εδώ να μιλήσουμε για τρία κόμματα τα οποία στις εξετάσεις λόγω του έξτρα σμολ μεγέθους τους ,έχουν ζητηθεί μόνον ως ορισμοί.
Δημήτριος Ράλλης και Ραλλικό κόμμα


Γεννήθηκε στην Αθήνα από οικογένεια με ρίζες στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και με πολλούς εκπροσώπους της σε καίριες θέσεις ήδη από τον 15ο αιώνα. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Ράλλης, νομοδιδάσκαλος και πολιτικός. Κατά την περίοδο των σπουδών του στη Νομική Σχολή Αθηνών επί Όθωνα συμμετείχε σε αντιμοναρχικές εκδηλώσεις παρά τη συμμετοχή του πατέρα του ως Υπουργού στη φιλοβασιλική κυβέρνηση Μιαούλη. Ίσως και για να απομακρυνθεί από τα γεγονότα αυτά, συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, όπου συνέγραψε διδακτορική διατριβή με θέμα τα «Ναυτικά Δάνεια» (1866), η οποία του επέτρεψε να γίνει υφηγητής Εμπορικού Δικαίου στην Αθήνα όπου επέστρεψε το 1868. Τέσσερα χρόνια αργότερα (1872) εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής Αττικής και έλαβε το παρώνυμο "ο Αττικάρχης" επειδή συνέχεια εκλεγόταν στην περιφέρεια αυτή. Πολιτεύτηκε ως αντίπαλος του Δημητρίου Βούλγαρη και προσχώρησε αμέσως μετά τον σχηματισμό του το 1875 στο Τρικουπικό Κόμμα, αναλαμβάνοντας μάλιστα το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Παιδείας. Αν και ήταν καλός ρήτορας, ο ορμητικός του χαρακτήρας τον ώθησε ακόμη και στην επίλυση των διαφορών του με μονομαχία εναντίον του βουλευτή Λακωνίας Γεωργίου Πετροπουλάκη και του πρωθυπουργού Κωνσταντόπουλου.

Το 1883 ο Τρικούπης τού ανέθεσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλά ο ίδιος προτίμησε ένα χρόνο αργότερα να ανεξαρτητοποιηθεί και να ιδρύσει το δικό του «Τρίτο Κόμμα» ("Τρίτον"), υπηρετώντας τις πολιτικές του φιλοδοξίες. Υπολόγισε όμως χωρίς τον βασιλιά, ο οποίος όταν το 1892 με την παραίτηση της κυβέρνησης Θ. Δηλιγιάννη κάλεσε το «Τρίτο Κόμμα» να σχηματίσει κυβέρνηση, παρέκαμψε τον φυσικό αρχηγό Ράλλη υπέρ του Κωνσταντόπουλου, γεγονός που οδήγησε τον ίδιο τον Ράλλη και όλους σχεδόν τους βουλευτές του σε αποχώρηση από το κόμμα του. Αντιπολιτεύτηκε τον Τρικούπη το 1892 για να αναλάβει το Υπουργείο Οικονομικών επί κυβερνήσεως Σωτηρόπουλου μετά τη χρεοκοπία του 1893, αλλά η κυβέρνηση αυτή απέτυχε και παραιτήθηκε ήδη τον Οκτώβριο του ίδιου έτους υπέρ του Τρικούπη και πάλι.

Έγινε πρωθυπουργός τον Απρίλιο του 1897, αλλά το κλίμα δυσαρέσκειας δεν επέτρεψε παρά μια πεντάμηνη θητεία στην κυβέρνηση αυτή (18 Απριλίου - 21 Σεπτεμβρίου 1897). Διετέλεσε ακόμη πρωθυπουργός τις περιόδους 28 Ιουνίου 1903 - 6 Δεκεμβρίου 1903, 9 Ιουνίου 1905 - 8 Δεκεμβρίου 1905 και 7 Ιουλίου 1909 - 15 Αυγούστου 1909. Την τελευταία πρωθυπουργία του διέκοψε η στρατιωτική επανάσταση του 1909 και η εμφάνιση του Βενιζέλου στην πολιτική ζωή του τόπου, τον οποίο ο Ράλλης αντιπολιτευόταν, αν και συμφωνούσε μαζί του σχετικά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Μετείχε στις κυβερνήσεις Γούναρη, Ζαΐμη και Σκουλούδη και ανέλαβε για τελευταία φορά την πρωθυπουργία το 1920 για μικρό όμως και πάλι χρονικό διάστημα (04.11.1920 – 24.01.1921). Πέθανε από καρκίνο λίγο αργότερα στην Αθήνα σε ηλικία 77 ετών.
Ανέλαβε 5 φορές το αξίωμα του πρωθυπουργού ως επικεφαλής βραχύβιων πάντα κυβερνήσεων (1897, 1905, 1909, 1910, και 1920).
Στη διάρκεια της κρίσης του Κρητικού Προβλήματος ακολούθησε ακραία φιλοπόλεμη κριτική κατά της κυβέρνησης Θ. Δηλιγιάννη. Ο Βίκτωρ Δούσμανης στα απομνημονεύματά του χαρακτηρίζει την αντιπολίτευση του 1897, που ηγούταν ο Δ. Ράλλης, ως "σπείρα πατριδοκαπήλων και εξ ατομικών συμφερόντων αυτοανακηρυττομένων πατριωτών". Ο Κορδάτος στην "Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδος" τ. Δ΄ υποστηρίζει ότι τον Δ. Ράλλη είχαν πιθανόν την ίδια περίοδο πλησιάσει άμεσα ή έμμεσα Γερμανοί πράκτορες.

Περνάμε στον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και το Εθνικό κόμμα.
Εδώ το βιβλίο εντελώς ανεξήγητα μας αναφέρει ότι το κόμμα του δε διέφερε από το Ραλλικό χωρίς να εξηγεί που ( πιθανότατα σε αντιπολιτευτικό μένος αφού δεν ταιριάζουν πουθενά αλλού) πράγμα που οδηγεί κάποιους καθηγητές να βγάζουν το απλουστευτικό συμπέρασμα ότι αν ζητηθεί ο Μαυρομιχάλης ,πρέπει να γραφεί και ο Πάλλης υπό μορφή μπόνους. Όπως λέμε δύο στην τιμή του ενός.
Αγνοούν βέβαια οι εκλεκτοί συν-ανάδελφοι ότι όταν ζητάμε ορισμούς ,η γραφή τους λόγω μικρού όγκου που δεν υπερβαίνει τη μία παράγραφο αμοίβεται μόνο με πέντε μονάδες. Θα ήταν εντελώς έξω από τη λογική των εξετάσεων ένας ορισμός να εκταθεί σε δύο παραγράφους που υπερβαίνουν τη μισή σελίδα και πάλι η πριμοδότηση να είναι μόνο πέντε μονάδες.
Βεβαια τον τελικό λόγο δεν τον έχουν οι δικές μου παρατηρήσεις αλλά το διορθωτικό φύλλο του υπουργείου παιδείας ,που όποτε ζητήθηκε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης , σαν απάντηση από το υπυργειο δόθηκε το κομματάκι του Μαυρομιχάλη και μόνον αυτό.
Πάμε να τον δούμε λοιπόν τον Μαυρομιχάλη


Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος του Πέτρου Μαυρομιχάλη. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και στο Παρίσι. Πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής Οιτύλου το 1879 και διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών, Εσωτερικών, Εξωτερικών και Δικαιοσύνης. Με την επανάσταση του 1909 διορίστηκε πρωθυπουργός αλλά μερικούς μήνες αργότερα παραιτήθηκε λόγω διαφωνίας με τον στρατιωτικό σύνδεσμο.
Απεβίωσε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 1916 και κηδεύτηκε με τιμές εν ενεργεία Αντιστράτηγου. Γιος του ήταν ο Πέτρος Κ. Μαυρομιχάλης

Τέλος θα μιλήσουμε για τον Θεοτόκη ο οποίος σύμφωνα με το βιβλίο επιζητούσε να διορθώσει αυτά που ο ίδιος θεωρούσε λάθη των Φιλελευθέρων. (Προφανώς αυτά τα λάθη θα βρίσκονταν μόνο μέσα στο μυαλό του αφού ο υπαινιγμός του βιβλίου ότι οι Φιλελεύθεροι δεν έκαναν λάθη , είναι σαφής).


Ο Γεώργιος Θεοτόκης ήταν τριτότοκος γιος του Νικολάου-Ανδρέα Θεοτόκη από την Κέρκυρα. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στο Ιόνιο Γυμνάσιο, γράφτηκε στην Νομική Σχολή του Ιονίου Πανεπιστημίου. Το 1861 έλαβε το πτυχίο του από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και με υποτροφία συνέχισε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή της Σορβόνης.
Με την επάνοδό του στην Κέρκυρα, ο Γ. Θεοτόκης άρχισε να εργάζεται ως δικηγόρος. Το 1879 έλαβε μέρος στις δημοτικές εκλογές και εκλέχθηκε θριαμβευτικά δήμαρχος Κερκυραίων με ποσοστό 65%. Το 1883 επανεκλέχθηκε δήμαρχος, αλλά το 1885 εγκατέλειψε τη θέση του για να εκλεγεί βουλευτής του Τρικουπικού Κόμματος, μετά από πρόσκληση του ίδιου του Τρικούπη.
Τον Μάιο του 1886 ο Τρικούπης του ανέθεσε το Υπουργείο Ναυτικών στην κυβέρνησή Χαρίλαου Τρικούπη 1886.
Επί υπουργίας Θεοτόκη παραγγέλθησαν τα θωρηκτά «Σπέτσαι», «Ύδρα» και «Ψαρά» και βελτιώθηκε σημαντικά η κατάσταση στο Ναυτικό με την καλύτερη εκπαίδευση των πληρωμάτων με την δημιουργία πολλών ναυτικών σχολών. Αργότερα, ο Τρικούπης ανέθεσε στον Γ. Θεοτόκη το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως. Με την βοήθεια του εκπαιδευτικού-καθηγητή Παπαμάρκου, ο Γ. Θεοτόκης ετοίμασε και κατέθεσε στην Βουλή άρτια, ολοκληρωμένα και προοδευτικά για την εποχή νομοσχέδια για την αναβάθμιση της Παιδείας, τα οποία όμως εμπόδισε να ψηφισθούν η αντιπολίτευση Δηλιγιάννη. Το 1887 πήρε τη θέση του Υπουργού Ναυτικών Το 1892 έγινε υπουργός επί των Εσωτερικών στη Κυβέρνηση Χαρίλαου Τρικούπη 1892.
Από το 1899 έως τα μέσα του 1909, ο Γ. Θεοτόκης διετέλεσε τέσσερις φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας, με μακροβιότερη την τελευταία θητεία του. Στα επιτεύγματα της πρωθυπουργίας του περιλαμβάνονται η οργάνωση και ο εξοπλισμός του στρατού (αυτός καθιέρωσε το 1908 και τις πρώτες φαιοπράσινες/χακί στολές) και του Ναυτικού, η ενίσχυση του Μακεδονικού Αγώνα, καθώς και η ψύχραιμη εξωτερική πολιτική που εφάρμοσε λίγο πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Ο εγγονός του, Γεώργιος Ράλλης του καταλογίζει δύο σημαντικά πολιτικά σφάλματα: Το πρώτο σφάλμα ότι, κατά τις παραμονές του πολέμου του 1897 παρασύρθηκε και αυτός από το φιλοπόλεμο ρεύμα που επικρατούσε και δεν εναντιώθηκε στην αποστολή ελληνικού στρατού στην Κρήτη, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να οδηγηθεί στον πόλεμο και την ήττα. Το δεύτερο σφάλμα, κατά τον Γεώργιο Ράλλη, ανάγεται στη διαφωνία του πρίγκιπα Γεωργίου με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, στην οποία ο Γ. Θεοτόκης δεν παρενέβη, με αποτέλεσμα να προκύψει ο μετέπειτα εθνικός διχασμός.
Ο Θεοτόκης υπήρξε ένας ιδιαιτέρως σημαντικός πολιτικός, η προσφορά του οποίου υποτιμήθηκε στην ελληνική ιστοριογραφία. Μετά την ήττα του 1897 και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου στην Ελλάδα, οι πρωτοβουλίες που μπορούσε, οιαδήποτε κυβέρνηση να αναλάβει, ήταν περιορισμένες. Ο Θεοτόκης, με μεγάλη προσπάθεια, καθώς είχε επί μεγάλο διάστημα να αντιμετωπίσει στην αντιπολίτευση τους συνεχώς φωνασκούντες Δηλιγιάννη και Ράλλη κατάφερε πολλά και σημαντικά. Οι μεγάλες παραγγελίες στρατιωτικού υλικού, η αναδιοργάνωση στρατού και χωροφυλακής, όπως και η πλούσια χρηματοδότησή τους, αποτελούν επίτευγμα αποκλειστικό της κυβέρνησής του.
Μετά τους βαλκανικούς πολέμους, οι Φιλελεύθεροι προσπάθησαν να παρουσιάσουν τη νίκη ως νίκη του Βενιζέλου και του κόμματός τους. Η αλήθεια είναι ότι τη βάση της προπαρασκευής και οργάνωσης του στρατού την είχε θέσει ο Θεοτόκης και είναι μικρόψυχο να του το αρνηθούμε. Χωρίς αυτή την προσπάθεια, ο Βενιζέλος δεν θα μπορούσε να είχε ετοιμάσει εντός μόλις δύο ετών το στράτευμα. Εν τούτοις, η εξωτερική πολιτική του Βενιζέλου, που επεδίωκε τη συνεννόηση με τη Βουλγαρία (η οποία τελικώς οδήγησε στη νίκη), ήταν εντελώς αντίθετη αυτής του Θεοτόκη, ο οποίος δεν συζητούσε καθόλου με τους Βούλγαρους (γενικότερα, όλοι όσοι συμμετείχαν στον Μακεδονικό Αγώνα, όπως π.χ. ο Ίων Δραγούμης, δε συνομιλούσαν με τους Βούλγαρους).
Τα επιτεύγματα των κυβερνήσεών του ήταν πολλά και σημαντικά. Πλην της αναδιοργάνωσης του στρατού και του Μακεδονικού Αγώνα, ο οποίος ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε επί κυβερνήσεων Θεοτόκη, ιδιαιτέρως σημαντική ήταν και η συμπλήρωση της αρχής της δεδηλωμένης. Όταν ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ απεδέχθη την παραίτηση του Δ. Ράλλη, διέρρευσε ότι ο βασιλιάς επιδοκίμαζε τις πράξεις του Δ. Ράλλη. Ο Θεοτόκης αρνήθηκε να αναλάβει την πρωθυπουργία αν δεν διαψευσθεί η είδηση, η οποία πράγματι διαψεύσθηκε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου