Όταν είναι κανείς δάσκαλος ,καλείται μαζί με άλλα πολλά να διδάξει γεγονότα, να εστιάσει σε επετείους της χώρας και να δώσει πανηγυρικό χαρακτήρα σε γιορτές που χαρακτηρίζονται εθνικές σφυρηλατώντας ταυτόχρονα στους μαθητές του αυτό που λέμε " εθνική συνείδηση"..
Παίρνει λοιπόν ο δάσκαλος αυτό το εύπλαστο ζυμαράκι που λέγεται παιδί, του εξηγεί ότι εδώ που γεννήθηκε ,αυτά τα χώματα είναι ιερά και ότι αυτός ο τόπος έχει τιμηθεί από την παρουσία μεγάλων ανδρών -και γυναικών- που δε δίστασαν να δώσουν ακόμη και τη ζωή τους για την πατρίδα και καλεί το παιδί σε ανάλογες περιστάσεις στο μέλλον να φερθεί ανάλογα.
Φουσκώνει λοιπόν το παιδί από υπερηφάνεια για το παρελθόν του ,για τους ήρωες του για τη σημαία του για τους θρύλους και τις παραδόσεις του και νοιώθει ίσως και άτυχο που δεν του έτυχε μια ανάλογη περίσταση να δείξει τον ηρωισμό του ,να διακριθεί σε ένα πεδίο που είναι φτιαγμένο μόνο για εκλεκτούς.
Και η ευκαιρία παρουσιάζεται.
Το παιδί έχει μεγαλώσει ,έχει ενταχθεί στην παραγωγή και όλα αυτά τα ηρωικά έχουν στιβαχτεί σε μια ντιβανοκασέλα σε κάποιο ξεχασμένο μέρος του εγκεφάλου όπου κάποιος τα κλείδωσε και μετά ξέχασε που έβαλε το κλειδί.
Ξαφνικά το παιδί που μεγάλωσε μαζί με άλλα παιδιά που μεγάλωσαν παράλληλα με αυτό, μαθαίνει πως η περήφανη χώρα του μπορεί να κατανίκησε τους Ούνους και τους Γότθους και τους οποιουσδήποτε άλλους στα πεδία των μαχών αλλά έχασε στη Μονόπολη όταν επικράτησε η ειρήνη και αυτό αποδεικνύεται τελικά πολύ χειρότερο από το να έχανε τη μάχη.
Γιατί στον πόλεμο τον αντίπαλο τον έχεις στοχοποιημένο απέναντι σου ,τον σημαδεύεις με το όπλο και αν είσαι ικανός τον σκοτώνεις και συν τοις άλλοις κερδίζεις και δόξα.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν το παιδί που τώρα πια έχει μεγαλώσει πας η μόνη συμμετοχή που μπορεί να διεκδικήσει για να ελπίζει στο χτίσιμο της ελληνικής ιστορίας είναι η προσθήκη του ονόματός του στις χιλιάδες χιλιάδων των παράπλευρων οικονομικών απωλειών του νέου πολέμου, αυτού της Μονόπολης.
Σε περίοδο ειρήνης όμως όταν χάσεις στη Μονόπολη υποθηκεύεις το σπίτι σου ,τη δουλειά σου και στο τέλος τα άγια χωματά σου που οι παπούδες σου χύσαν το αίμα τους γι αυτά ,μη γνωρίζοντας προφανώς πως αυτά αργότερα, πολύ αργότερα αυτά θα παίζονταν ως βραβείο σε ένα επιτραπέζιο παιχνίδι στο οποίο η χώρα μας δεν είχε ποτέ ικανούς παίκτες ,εκτός φυσικά από αυτούς που μας έμπασαν στο κόλπο και μας έβαλαν να το παίξουμε προς δικό τους όφελος.
Έτσι εγώ ο δάσκαλος ,τι να πω για το ένα και μοναδικό τεράστιο ΟΧΙ που είπε ο λαός μας στο φασισμό όταν σήμερα την ίδια στιγμή λέει ΝΑΙ, κατ'εξακολούθηση σε ότι του ζητηθεί από τους άσσους της Μonopoly ;
Και πως να εξηγήσω στα παιδιά την απαίτηση κάποιων ,από αυτούς που νικήσαμε κάποτε και τώρα ξανάρχονται για να κλείσουν τον κύκλο ,ότι νησιά με λιγότερους από εκατοπενήντα κατοίκους πρέπει να εκκενωθούν ;
Βέβαια όσο και να αγωνιώ ως δάσκαλος για το δίλημμά μου ,η μέρα θα εορτασθεί με τη φαινομενική λαμπρότητα που θα θελήσουν οι κινούντες τα νήματα να της δώσουν και σίγουρα όλο και κάποιος πριμοδοτημένος από κάποιο εκλογικό σύστημα πρωθυπουργός θα μας θυμίσει τα περί εθνικού καθήκοντος και εθνικής θυσίας.
Τουλάχιστον όμως με αυτή την παρέμβασή του θα μου δώσει το ζωντανό παράδειγμα όταν έλθει η ώρα να διδάξω την έννοια " εσχάτη προδοσία " από που θα πρέπει να αντλήσω τα παραδείγματα.
Κλείνω με ένα απόσπασμα του Philip Glass από μια όπερα που την έχει γράψει στα Σανσκριτικά ,έτσι ώστε κανείς να μην καταλαβαίνει άρα το feeling να είναι universal.( απολογούμαι για την κατάχρηση των όρων).
Μήπως τελικά η λύση βρίσκεται στην ομοφωνία της ασυνενοησίας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου